Τις τελευταίες μέρες φοβάμαι ακόμα και να δω τα νέα. Πληρώνουμε τις ανόητες συμπεριφορές μιας μικρής μερίδας της ανθρωπότητας, και εξεγειρόμαστε, φωναχτά, ή σιωπηλά, στη φωλιά ενός μικρού διαμερίσματος όπου μπορούμε να νιώσουμε, έστω και ψεύτικα, ασφαλείς. Την σημερινή μέρα, όμως, θα τη διανύσουμε υπό τους ήχους του μεγαλύτερου συνθέτη και ποιητή της αγάπης, και οι μηχανές αναζήτησης, τα κοινωνικά δίκτυα, οι μουσικές ιστοσελίδες, και τελικά εμείς οι ίδιοι θα γεμίσουμε από τη φωνή του πιο γοητευτικού τραγουδοποιού που γνώρισε ο κόσμος τα τελευταία 50 χρόνια.
Ήμουν μόλις 14 χρονών όταν άρχισα να δοκιμάζω τις δυνάμεις μου στα καταχωνιασμένα μπαράκια του νησιού μου. Έφηβη, όταν οι βραδιές μου στη Σίφνο γέμιζαν με τους ήχους μιας παρουσίας που ήταν μεγαλύτερη από τη ζωή. Λέοναρντ Κοέν, αυτό το κείμενο είναι για σένα.
Μπορεί να μην ξέρω όλες τις λεπτομέρεις της ζωής σου – δε μ’ενδιαφέρει. Καναδός και κατ’επιλογήν σου για πολλά καλοκαίρια ροβινσώνας στην ειδυλλιακή Ύδρα, θα απέρριπτες όλες τις εγκόσμιες πληροφορίες ως ασήμαντες. Ανέβασες τον πήχυ, Λέοναρντ. Πώς θα μπορέσουμε να ερωτευτούμε, αγαπημένε μου, χωρίς να νιώσουμε αυτό το κρυστάλλινο, βαθύ, κοφτερό, άγγιγμα της γοητείας που μας ώθησες να καταβροχθίσουμε; Πώς θα μπορέσουμε να ζήσουμε μια ζωή χωρίς εντάσεις, μια συμβατική ρουτίνα που μας καταπίνει; Μας κατέστρεψες Λέοναρντ.
Σ’όλη μου τη ζωή αναζητώ, όπως και τόσοι άλλοι, ένα συναίσθημα σαν αυτό που τραγουδιέται στους στίχους των χωρίς αμφιβολία ποιημάτων σου. Υπερβάλλω βέβαια – αλλά και ποιος δεν υπερβάλλει στον έρωτα – αλλά κάπου κάπου νιώθω πως φτιάχτηκα για να ακούω και να θρηνώ έρωτες που φευγαλέα άγγιξα. “Αγάπησε με μέχρι το τέλος της αγάπης” (Dance me to the end of love), τραγουδάς. Και αλλού:
“Σ’αγάπησα όταν η αγάπη μας ήταν ευλογημένη,
Σ’αγαπώ και τώρα που δεν έχει μείνει τίποτα,
Μόνο πίκρα και μια αίσθηση υπερωρίας,
Και μου έλειπες όταν το μέρος καταστράφηκε,
Και δε μ’ενδιαφέρει τι θα συμβεί στη συνέχεια,
Μοιάζει με ελευθερία αλλά τη νιώθω σαν θάνατο,
Είναι κάτι ανάμεσα, εικάζω” (Closing Time)
Αλήθεια, ακόμη και πριν παρακολουθήσουμε άναυδοι τις εξελίξεις στους υπολογιστές μας, – πώς θα μπορούσαμε άλλωστε να το αποφύγουμε; – πριν το μέλλον να φαντάζει τόσο ζοφερό, λίγα πράγματα είχαν σημασία. Σήμερα περισσότερο από ποτέ. Είναι δυο στίχοι, δυο αγγίγματα, μερικές ανάσες που σχηματίζουν καρδιές στα παράθυρα που θάμπωσαν από την έκρηξη της στιγμής. Τραγούδησες την αέναη επικράτηση της αγάπης, και το τέλος αυτής. Τραγούδησες για τη δημοκρατία στις ΗΠΑ (Democracy) -ω η ειρωνία!- για το αβέβαιο μέλλον (The Future), για την έλευση μιας άλλης εποχής.
“Οδηγούμαι από ένα σημάδι από τα ουράνια
Οδηγούμαι από ένα σημάδι στο δέρμα μου
Οδηγούμαι από την ομορφιά των όπλων μου
Πρώτα θα πάρουμε το Μανχάταν,
Μετά θα πάρουμε το Βερολίνο” (First we take Manhattan)
Το καλοκαίρι του 2008 η βαθιά φωνή σου έφτασε μέχρι τη Μαλακάσα. Ήταν μια σχεδόν ιδιωτική συναυλία, που μπορεί να μην έγινε σε μια εκκλησία, όπως άλλες, αλλά η ατμόσφαιρα ήταν μυστικιστική. Σίγουρα μια εμπειρία ζωής. Όσο περνούσαν τα χρόνια η φωνή σου βάθαινε, αλλά τα τραγούδια σου παρέμεναν, όσο και τη δεκαετία του ’60, τολμηρά, σπαρακτικά, συνομωτικά. Μας έκλεινες το μάτι, εσύ και τόσο λίγοι άλλοι, ότι αυτό που νιώσαμε να χάνεται όσο βυθιζόμαστε στη νέα τάξη πραγμάτων, είναι εκεί, κάπου χωμένο, και το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να το αναζητήσουμε. Ψάξτε με στο λαβύρινθο του μυαλού σας, κάπου εκεί έχει κρυφτεί αυτή η σπίθα νιρβάνας που σας θυμίζω τακτικά.
“Ολοι ξέρουν ότι μ’αγαπάς μωρό μου,
Ολοι ξέρουν ότι αλήθεια μ’αγαπάς
Ολοι ξέρουν ότι έχεις υπάρξει πιστή
Αχ, εκτός από μια δυο βραδιές
Όλοι ξέρουν ότι έχεις υπάρξει διακριτική
Ύπηρξαν απλά τόσο πολύ άνθρωποι που έπρεπε οπωδήποτε να γνωρίσεις
Χωρίς τα ρούχα σου”
Μια γλυκιά παραίτηση. Μια συνειδητοποίηση αυτής της παράδοσης άνευ όρων στην ανθρώπινη ύπαρξη με όλα τα σφάλματά της, με όλες τις ανεπάρκειες της. Εγώ είμαι αυτός που έχεις ερωτευτεί πιο βαθιά, πιο τελειωτικά, πιο σπαρακτικά. Εγώ.
“Αν θέλεις έναν εραστή,
Θα κάνω ό,τι μου ζητήσεις
Κι αν θέλεις έναν άλλο τρόπο αγάπης
Θα φορέσω μια μάσκα για σένα
Αν θες έναν σύντροφο, πάρε το χέρι μου
Ή
Αν θες να με χτυπήσεις με θυμό
Στέκομαι εδώ
Είμαι ο άντρας σου”
(I’m your man)
Στη Βιέννη λέει, υπάρχει “ένας ώμος που ο θάνατος πηγαίνει για να κλάψει, ένα δέντρο που τα περιστέρια πηγαίνουν για να πεθάνουν” (Take this waltz). Χαρμολύπη, αυτή η μοναδική συνταγή που οδηγεί τελματικά σ’ένα μικρό θάνατο.
Θα μπορούσε κάποιος να με πει γραφική, γλαφυρή, μια στάλα γελοία. Ανήκω περήφανα στην άλλη μερίδα. Μπορεί να μην είμαστε η μερίδα του λέοντος, αλλά είμαστε αυτοί που κλείνουμε, μαζί σου Λέοναρντ, το μάτι στην πεζή καθημερινότητα. Υπάρχει ένας άλλος κόσμος εκεί έξω και εσύ μας τον έμαθες. Σήμερα, 11 Νοεμβρίου της χρονιάς που χάρισε μόνο θανάτους από μεγάλες μουσικές προσωπικότητες, είναι μια μέρα γιορτής. Γιορτάζουμε την ύπαρξή σου. Είπες πρόσφατα στην αγαπημένη σου μούσα Μαριάν Ίλεν, λίγο πριν από το θάνατο της :
«Λοιπόν Μαριάν έχει έρθει η στιγμή που έχουμε γεράσει και τα κορμιά μας καταρρέουν και πιστεύω πως πολύ σύντομα θα σε ακολουθήσω. Να ξέρεις ότι βρίσκομαι τόσο κοντά σου που αν απλώσεις το χέρι σου θα αγγίξεις το δικό μου».
Δεν ξέραμε τότε πως η ώρα θα κατέφθανε τόσο γρήγορα. Συμφιλιωμένος με την ιδέα του θανάτου, προετοιμασμένος για τη συνέχεια, η βουδιστική σου πίστη σου επέτρεψε να καλωσορίσεις την στιγμή. Εύχομαι να έχεις καταλάβει σε ποιο βαθμό μας συντάραξες. Νομίζω πως ναι. Θα περάσω τη μέρα ακούγοντας τις βαθιά μελαγχολικές μουσικές σου, και θα σκεφτώ πως δεν είναι ώρα για θρήνους, αλλά για γιορτή, σε μια στιγμή που το χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ.
ΒΑΛΙΑ ΔΗΜΗΤΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ