Ο πρωταγωνιστής στο θεραπευτικό περιβάλλον είναι η λεκτική επικοινωνία, αλλά η χρήση της φωτογραφίας στο πλαίσιο αυτό επιτρέπει την εργασία με διαφορετικό τρόπο που δίνει νόημα στο αφηγηματικό περιεχόμενο κυρίως χάρη στην εκφραστική δύναμη και στη συγκεκριμένη γλώσσα που διαθέτει ο ιδιαίτερος κώδικας της φωτογραφίας.
“Η φωτογραφία είναι μια αδύναμη φωνή, αλλά μερικές φορές
μπορεί να προσκαλέσει τις αισθήσεις μας προς τη συνείδηση,
να προκαλέσει συναισθήματα τόσο δυνατά ώστε να λειτουργούν ως καταλύτες της σκέψης”.W.E. Smith 1977
Με τη γέννηση της φωτογραφίας, ο άνθρωπος μπορούσε να κρατήσει εικόνες χωρίς να χρειάζεται να τις παράγει με το χέρι.
Από την προέλευσή της, η φωτογραφία δεν περιορίζεται στο να αποτελεί απλή συλλογή πληροφοριών σε εικόνες, αλλά επιτρέπει την καταγραφή της οπτικής γωνίας του παρατηρητή και επομένως του ατόμου που φωτογραφίζει.
Ο Henri Cartier-Bresson, έγραψε: «για να φωτογραφίσετε, πρέπει να βάλετε το μυαλό, τα μάτια και την καρδιά στην ίδια οπτική γραμμή. Είναι ένας τρόπος ζωής».
Αυτό είναι σωστό. Η φωτογράφηση είναι μια επιλογή, μια γλώσσα, ένας τρόπος επικοινωνίας των συναισθημάτων, των διαθέσεων, των σκέψεων. Ένας τρόπος να σταθείς και να επιβληθείς στον κόσμο.
Το πραγματικό νόημα κάθε φωτογραφίας βρίσκεται πιο πολύ σε ότι οι λεπτομέρειες προκαλούν στον νου και στην καρδιά του κάθε θεατή, παρά στα οπτικά της δεδομένα. Στην ουσία δημιουργούμε οι ίδιοι την σημασία που αποδίδουμε στην φωτογραφία.
Η φωτογραφία είναι άμεση, αλλά ταυτόχρονα αποκτά συνεχώς νέες έννοιες όσο περισσότερο την εξερευνούμε.
Εντός της φωτογραφίας, κρύβονται και αναμιγνύονται περισσότερες έννοιες από ό, τι νομίζουμε όταν την παρατηρούμε, επομένως, η παρατήρηση μιας φωτογραφίας δεν είναι το ίδιο πράγμα με την ανάγνωση της.
Η φωτογραφία δεν είναι μόνο μια εκτύπωση, είναι ένα είδος αυτοπροσωπογραφίας, ένα είδος “καθρέφτη με μνήμη”και περιέχει μια εικόνα που για τον παρατηρητή μπορεί να πάρει ζωή.
Η φωτογραφία κρύβει λοιπόν ένα αμέτρητο δυναμικό όχι μόνο ως εργαλείο για να διευκολύνει και να λειτουργήσει υποστηρικτικά στην επικοινωνία, ειδικά όταν ορισμένα συναισθήματα ή εμπειρίες είναι δύσκολο να εκφραστούν με λέξεις, αλλά και ως εργαλείο ικανό να εκφράσει μεταφορικά σκέψεις και συναισθήματά, καθώς επίσης και ως εργαλείο αυτο-εξερεύνησης του Εαυτού, χρήσιμο για τη βελτίωση της αυτογνωσίας, την ενίσχυση της αυτοεκτίμησης και την αύξηση της συνειδητοποίησης.
Έτσι η σημασία και το συναισθηματικό ‘Μήνυμα¨ εξαρτάται από το ποιος κοιτάζει την φωτογραφία.
Ο πρώτος που εφάρμοσε τη φωτογραφία στην ψυχική υγεία ήταν ο φωτογράφος και ψυχίατρος HughDiamond στο άσυλο του Surrey County Lunatic Asylum από το 1848 έως το 1858. Φωτογράφισε τους ασθενείς στο άσυλο, χρησιμοποιώντας την εικόνα ως διαγνωστικό εργαλείο για τον εντοπισμό διαφορετικών τύπων ψυχικών ασθενειών, και ανακάλυψε ότι όταν οι φωτογραφίες απεδείχθησαν πως είχαν θετικό θεραπευτικό αποτέλεσμα στους ασθενείς.
Εξετάζοντας τις φωτογραφίες τους, οι ασθενείς είχαν επίγνωση της φυσικής τους ταυτότητας και έδιναν περισσότερη προσοχή στην εμφάνισή τους, καθώς συνειδητοποίησαν ότι κάθε φορά που κοίταζαν μια εικόνα όπου αισθάνονταν και φαινόντουσαν καλά αυξανόταν αυτοεκτίμησή τους.
Το 1975, η Judy Weiser, ψυχολόγος και θεραπεύτρια μέσω της τέχνης, έγραψε το πρώτο άρθρο στο οποίο χρησιμοποίησε τον όρο “Φωτοθεραπεία”, δηλ. τη χρήση της φωτογραφίας στη θεραπεία ως μη λεκτικού οργάνου για να ευνοήσει την αφήγηση του εαυτού του και της ιστορίας του ασθενούς.
Το πρώτο διεθνές συνέδριο για τη φωτοθεραπεία πραγματοποιήθηκε το 1979 στις Ηνωμένες Πολιτείες και το 1982 η J. Weiser ίδρυσε το Κέντρο Photo Teraphy Centre στο Βανκούβερ του Καναδά ως αρχείο και χώρο για ψυχοθεραπευτικές φωτογραφικές τεχνικές.
Η Φωτοθεραπεία αποτελεί μια διαδραστική τεχνική συμβουλευτικής που χρησιμοποιεί αλληλεπιδράσεις ασθενών με προσωπικές φωτογραφίες, οικογενειακές και συγχρόνως φωτογραφίες που τραβήχτηκαν από άλλους ή από ασθενείς κατά τη διάρκεια της θεραπείας, προκειμένου να τους βοηθήσουν να ανακτήσουν τη μνήμη και τα κρυμμένα συναισθήματα.
Και από την ψυχαναλυτική προοπτική, με τον Kohut (1970), οι φωτογραφίες χρησιμοποιήθηκαν για να διευκολύνουν τη διαδικασία αξιολόγησης και διάγνωσης και για να διευκρινίσουν τις σημαντικές πτυχές της παιδικής ηλικίας του ασθενούς.
Τι το θεραπευτικό υπάρχει όμως στην φωτογραφία;
Η φωτογραφία επιτρέπει στον άνθρωπο να έρθει σε επαφή με την αντιληπτή πραγματικότητα του με έναν εντελώς νέο τρόπο.
Κοιτάζοντας μια εικόνα από μια αντιληπτική άποψη σημαίνει ότι την βλέπουμε σαν ένα μια σύνθετη φόρμα πλούσια σε μορφές και υπόβαθρο που μπορεί να προκαλέσει άπειρες προοπτικές νοήματος στον παρατηρητή.
Όταν κοιτάζουμε μια εικόνα που μας ανήκει, προσπαθούμε να συνδέσουμε την εικόνα με την εμπειρία.
Μια φωτογραφία που νοείται ως επικοινωνιακό μέσο έχει μια καταλυτική δύναμη να ανακινήσει συναισθήματα και να δημιουργήσει προβολές εννοιών πάνω σε αυτές, που οι συμμετέχοντες συχνά δυσκολεύονται να αναγνωρίσουν και να εκφράσουν με λέξεις.
Κοιτάζοντας και ξανακοιτάζοντας τις φωτογραφίες, κοιτάζοντας τον εαυτό μας, κοιτάζοντας τους ανθρώπους που είναι ακόμα παρόντες στη ζωή μας και αυτούς που δεν είναι, μας επιτρέπει να εισέλθουμε σε έναν “άλλο” κόσμο που αποτελείται από αναπαραστάσεις, συναισθήματα και ζωντανές εμπειρίες που συχνά δεν υπάρχουν ούτε στις εικόνες που βλέπουμε.
Το να κοιτάμε μια φωτογραφίας μας, μας επιτρέπει να ξαναδούμε τον εαυτό μας και να βιώσουμε τις αναμνήσεις και τις εμπειρίες που προκαλεί η εικόνα.
Από την στιγμή που ερχόμαστε πάντοτε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα, κάθε φωτογραφία ενεργοποιεί στον θεατή μια μεγαλοπρεπή προσωπική εικόνα, που χαρακτηρίζεται από την αντίληψη και τη συναισθηματικότητα.
Παραδοσιακά, ο πρωταγωνιστής στο θεραπευτικό περιβάλλον είναι η λεκτική επικοινωνία, αλλά η χρήση της φωτογραφίας στο πλαίσιο αυτό επιτρέπει την εργασία με διαφορετικό τρόπο που δίνει νόημα στο αφηγηματικό περιεχόμενο κυρίως χάρη στην εκφραστική δύναμη και στη συγκεκριμένη γλώσσα που διαθέτει ο ιδιαίτερος κώδικας της φωτογραφίας.
Έτσι στο θεραπευτικό πλαίσιο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τη φωτογραφία ως μια μεταφορά του τρόπου με τον οποίο ο θεραπευόμενος αντιλαμβάνεται τον κόσμο και πιο συγκεκριμένα τον τρόπο που σχετίζεται με τους άλλους καθώς επίσης και την ίδια του την ύπαρξη.
Η φωτογραφική εικόνα αποτελεί ένα ερέθισμα που δίνει έναυσμα να ξεκινήσει μια φυσική συνομιλία με τον ενδότερο εαυτό.
Αυτό που ενδιαφέρει τον θεραπευτή είναι τι ανακαλεί η φωτογραφία στον θεραπευόμενο ώστε να του επιτρέψει να εισέλθει στον ορθολογικό του κόσμο, αποκαλύπτοντας πιθανά αντιφατικά στοιχεία της αφήγησής του και της ιστορίας του.
Ο θεραπευόμενος φέρνει τις φωτογραφίες στην θεραπεία, επιλέγοντας διαφορετικές εικόνες του εαυτού του και των άλλων με τους οποίους μπορεί να εργαστεί και να συσχετιστεί, δίνοντας σημασία στο επιλεγμένο υλικό.
Μόλις τοποθετηθούν οι φωτογραφίες, αρχίζει μια διαδικασία αναδόμησης του νοήματος μεταξύ του θεραπευόμενου και του θεραπευτή μέσω μιας σειράς ερωτήσεων που εμβαθύνουν στον λόγο για τον οποίο ο ασθενής αποφάσισε να τοποθετήσει τις φωτογραφίες σε αυτή τη συγκεκριμένη θέση και να διευκρινίσει ποιά συναισθήματα προκαλούν σε αυτόν.
Η φωτογραφία τελικά, είναι μια στιγμή, αλλά εκείνη τη στιγμή σίγουρα υπήρξε ένα γεγονός, ένα περιστατικό, μια σχεσιακή διαδικασία.
Κατά την διάρκεια της θεραπευτικής διαδικασίας μέσω της φωτογραφίας ανοίγεται ένα παράθυρο στο ασυνείδητο, προκειμένου να δοθούν λόγια σε αυτήν, για να ξεκινήσει μια αφηγηματική διαδρομή η οποία δεν περιορίζεται μόνο στην απλή παρατήρηση της εικόνας.
Η δύναμη αυτού του εργαλείου έγκειται στην ικανότητά του να σταματήσει τον χρόνο και να επιτρέπει να ασχοληθούμε συναισθηματικά με τις εμπειρίες του συμμετέχοντα.
Σε μια φωτογραφία μπορεί να ξαναζήσουμε το παρελθόν, να αναστοχαστούμε στο παρόν, να φανταστούμε στο μέλλον μας, και αν καθοδηγηθούμε σωστά θα ανακαλύψουμε το προσωπικό σύστημα αξιών τα κριτήρια και προσδοκίες μας ως προς τον εαυτό μας και ως προς τον κόσμο, μέσω της αφήγησης των προσωπικών μας συναισθημάτων που βασίζονται σε φωτογραφίες που εμείς οι ίδιοι επιλέξαμε ή βγάλαμε.
“Σε μια φωτογραφία υπάρχουν όλες οι εικόνες και έχεις δει, όλα τα βιβλία που έχεις διαβάσει, η μουσική που έχεις ακούσει και όλα τα πρόσωπα που έχεις αγαπήσει”. Ansel Adams.
Συγγραφέας: Αιμιλία Αξιωτίδου, Ψυχοθεραπεύτρια
πηγή-αναδημοσίευση: https://www.psychologynow.gr