Διαχειριστής στις 4 Φεβρουαρίου 2020

Είμαστε οι Φίλοι της Ανέλιξης. Και… συναντηθήκαμε λίγα χρόνια πριν με όραμα τη δημιουργία ενός ιστότοπου… Ενός χώρου όπου όλοι θα βρισκόμαστε για να επικοινωνούμε και να μοιραζόμαστε αυτά που νιώθουμε, ακούμε, βλέπουμε, διαβάζουμε, κουβεντιάζουμε και αγαπάμε…

 

Η μικρή παρέα μεγάλωσε… και έγινε μια οικογένεια με ανοιχτή την αγκαλιά που σας προσκαλεί να γίνετε κι εσείς μέλη της.

 

Ελάτε, λοιπόν, να ταξιδέψετε μαζί μας διαβάζοντας τα άρθρα που δημοσιεύουμε ή αποστέλλοντάς μας κι εσείς τα κείμενα που αγαπάτε.

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 17 Μαΐου 2025

Στην Ιαπωνία, η λέξη «Johatsu» σημαίνει «εξάτμιση», αλλά δεν αναφέρεται στο νερό — αναφέρεται σε ανθρώπους, οι οποίοι «εξαφανίζονται» οικειοθελώς!

Είναι εκείνοι που αποφασίζουν να εξαφανιστούν οικειοθελώς, εγκαταλείποντας δουλειές, οικογένειες και την ίδια τους την ταυτότητα. Δεν πρόκειται για φυγάδες ή εγκληματίες, αλλά για άτομα που επιλέγουν μια ήσυχη, σχεδόν στοχαστική έξοδο από την καθημερινότητα.

Κάθε χρόνο, περίπου 80.000 άνθρωποι εξαφανίζονται με αυτόν τον τρόπο. Οι αιτίες; Από οικονομικά αδιέξοδα και κοινωνικές πιέσεις, μέχρι αποτυχίες σε εξετάσεις ή… ντροπή λόγω διαζυγίου. Ακόμα και η απλή ανάγκη για μια νέα αρχή.

Στην Ιαπωνία, η δημόσια έκθεση ή η ατίμωση μπορεί να είναι αφόρητες, και η εξαφάνιση θεωρείται για κάποιους λύση πιο «ανεκτή» από την ψυχοθεραπεία ή την αλλαγή πορείας.

Υπάρχουν μάλιστα ειδικές υπηρεσίες που διευκολύνουν αυτή τη φυγή. Οι λεγόμενοι «yonige-ya» – ειδικοί στη διακριτική διαφυγή – βοηθούν ανθρώπους να ξεκινήσουν από το μηδέν: νέα πόλη, νέο σπίτι, νέα ζωή. Όλα γίνονται με απόλυτη μυστικότητα, όπως ταιριάζει στην ιαπωνική κουλτούρα.

Το φαινόμενο αυτό είναι πολυδιάστατο και δύσκολα ερμηνεύσιμο. Οι Johatsu δεν θεωρούνται εξαφανισμένοι, αλλά άνθρωποι που διάλεξαν να ξαναγράψουν τη ζωή τους από την αρχή. Σε έναν κόσμο που παρακολουθεί τα πάντα, η εξαφάνιση μπορεί να μοιάζει με την απόλυτη ελευθερία.

Και αν ακούγεται σαν σενάριο ταινίας, για κάποιους Ιάπωνες είναι μια βαθιά προσωπική απελευθέρωση – μια ήσυχη απόδραση από τις ενοχές, τις προσδοκίες και τα βάρη της κοινωνίας.

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 14 Μαΐου 2025

Εικόνες time-lapse απαθανάτισαν για πρώτη φορά την στιγμή που η καρδιά ξεκινάει να σχηματίζεται στο σώμα ενός ζωντανού οργανισμού.

Τα πλάνα αποκαλύπτουν ότι τα καρδιακά κύτταρα σε ένα έμβρυο ποντικού αρχίζουν να οργανώνονται αυθόρμητα σε ένα σχήμα που μοιάζει με καρδιά, νωρίς στην ανάπτυξη. Οι επιστήμονες λένε ότι η τεχνική θα μπορούσε να προσφέρει νέες γνώσεις σχετικά με τις συγγενείς καρδιακές ανωμαλίες, οι οποίες επηρεάζουν σχεδόν ένα στα 100 μωρά

«Είναι η πρώτη φορά που καταφέρνουμε να παρακολουθήσουμε τα καρδιακά κύτταρα τόσο στενά, για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης των θηλαστικών», δήλωσε ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, δρ Κένζο Ιβάνοβιτς του Ινστιτούτου Παιδικής Υγείας Great Ormond Street του University College του Λονδίνου. «Έπρεπε πρώτα να αναπτύξουμε αξιόπιστα τα έμβρυα για μεγάλα χρονικά διαστήματα, από λίγες ώρες έως λίγες ημέρες, και αυτό που βρήκαμε ήταν εντελώς απροσδόκητο».

Οι εικόνες των αναπτυσσόμενων εμβρύων καταγράφηκαν με μια τεχνική που ονομάζεται προηγμένη μικροσκοπία φωτός. Αυτό επέτρεψε στους επιστήμονες να παρακολουθήσουν τα έμβρυα καθώς περνούσαν από ένα αναπτυξιακό ορόσημο γνωστό ως γαστριδίωση, όταν το έμβρυο αρχίζει να σχηματίζει διακριτές κυτταρικές γραμμές και αρχίζει να δημιουργεί τους βασικούς άξονες του σώματος, αναφέρει ο Guardian.

Λίγο αργότερα, τα καρδιακά μυϊκά κύτταρα οργανώνονται σε έναν μεγάλο σωλήνα που θα συνεχίσει να διαιρείται σε τμήματα που θα αποτελέσουν τελικά τα τοιχώματα και τις κοιλότητες. Στα μωρά με καρδιακά ελαττώματα, μπορεί να σχηματιστεί μια τρύπα κατά τη διάρκεια αυτής της

Χρησιμοποιώντας φθορίζοντες δείκτες, η ομάδα μάρκαρε τα καρδιακά μυϊκά κύτταρα που ονομάζονται καρδιομυοκύτταρα, κάνοντάς τα να λάμπουν με ξεχωριστά χρώματα. Στιγμιότυπα καταγράφηκαν κάθε δύο λεπτά επί 40 ώρες, δείχνοντας τα κύτταρα να κινούνται, να διαιρούνται και να σχηματίζουν ένα πρωτόγονο όργανο. Αυτό επέτρεψε στην ομάδα να δει πότε και πού εμφανίστηκαν στο έμβρυο τα πρώτα κύτταρα που δημιουργούν την καρδιά.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι νωρίς κατά τη διάρκεια της γαστριδίωσης (περίπου έξι ημέρες στην ανάπτυξη του εμβρύου ποντικού), τα κύτταρα που συμβάλλουν αποκλειστικά στην καρδιά εμφανίστηκαν γρήγορα και συμπεριφέρθηκαν με ιδιαίτερα οργανωμένους τρόπους. Αντί να κινούνται τυχαία, άρχισαν να ακολουθούν διακριτές διαδρομές, είτε συμβάλλοντας στις κοιλίες (τους θαλάμους άντλησης της καρδιάς) είτε στους κόλπους (όπου το αίμα εισέρχεται στην καρδιά από το σώμα και τους πνεύμονες).

«Τα ευρήματά μας αποδεικνύουν ότι ο καθορισμός της καρδιακής μοίρας και η κατευθυνόμενη κίνηση των κυττάρων μπορεί να ρυθμίζονται πολύ νωρίτερα στο έμβρυο από ό,τι δείχνουν τα τρέχοντα μοντέλα», δήλωσε ο Ιβάνοβιτς. «Αυτό αλλάζει ριζικά την κατανόησή μας για την καρδιακή ανάπτυξη δείχνοντας ότι αυτό που φαίνεται να είναι χαοτική κυτταρική μετανάστευση, στην πραγματικότητα διέπεται από κρυφά πρότυπα που εξασφαλίζουν τον κατάλληλο σχηματισμό της καρδιάς».

Η ομάδα δήλωσε ότι οι γνώσεις θα μπορούσαν να προωθήσουν την κατανόηση και τη θεραπεία των συγγενών καρδιακών ανωμαλιών και να επιταχύνουν την πρόοδο στην ανάπτυξη καρδιακού ιστού στο εργαστήριο για χρήση στην αναγεννητική ιατρική.

Τα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο Εmbo Journal

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 1 Μαΐου 2025

Λένε πως η ευγένεια δεν κοστίζει τίποτα, όμως το να είστε ευγενικοί απέναντι στο ChatGPT κοστίζει στην εταιρεία εκατομμύρια.

Το να λένε οι χρήστες «παρακαλώ» και «ευχαριστώ» στο chatbot της OpenAi έχει εκτοξεύσει το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας της τεχνολογικής εταιρείας, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο, Σαμ Όλτμαν.

Αν και κάποιοι δεν μπαίνουν στον κόπο να είναι ευγενικοί όταν μιλούν με την τεχνητή νοημοσύνη, υπάρχει ένα μεγάλο ποσοστό ανθρώπων που φροντίζει να είναι ευγενικό.

Και δεδομένου ότι ο Όλτμαν αποκάλυψε πρόσφατα πως η λειτουργία μνήμης του ChatGPT έχει «βελτιωθεί σημαντικά» ώστε να μπορεί να θυμάται όλες τις προηγούμενες συνομιλίες σου, ίσως τελικά δεν είναι κακή ιδέα…

Δηλαδή, το τελευταίο πράγμα που θα θέλατε είναι ένα ρομπότ να σας θυμάται ως αγενή, σωστά;

Φαίνεται πως αυτή είναι η άποψη της συντριπτικής πλειοψηφίας των Βρετανών, καθώς έρευνα που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο έδειξε ότι το 71% των ανθρώπων στο Ηνωμένο Βασίλειο κάνουν επιπλέον προσπάθεια για να είναι ευγενικοί όταν συνομιλούν με το ChatGPT.

Η έρευνα, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 1.000 άνθρωποι και πραγματοποιήθηκε από το Tech Radar’s Future, έδειξε ότι όσοι παραλείπουν τις ευγένειες το κάνουν με την πρόθεση να είναι όσο το δυνατόν πιο συνοπτικοί.

Ανάμεσα σε διάφορους άλλους λόγους, το 12% των ανθρώπων παραδέχτηκαν ότι κάνουν επιπλέον προσπάθεια για να χρησιμοποιούν καλούς τρόπους λόγω του φόβου για μελλοντικές συνέπειες.

Σε μια ανάρτηση στο X την περασμένη εβδομάδα, ο Όλτμαν αποκάλυψε ότι αυτό κοστίζει στην εταιρεία «δέκα εκατομμύρια δολάρια» λόγω της επιπλέον κατανάλωσης ενέργειας.

Η αποκάλυψη ήρθε όταν χρήστης των κοινωνικών μέσων είχε μοιραστεί ένα tweet, εξηγώντας ότι θα ήθελε να υπολογίσει το κόστος της ευγένειας των χρηστών στην εταιρεία.

Η ανάρτηση έγραφε: «Αναρωτιέμαι πόσα χρήματα έχει χάσει η OpenAI σε κόστος ηλεκτρικής ενέργειας από το ότι οι άνθρωποι λένε «παρακαλώ» και «ευχαριστώ» στα μοντέλα τους.»

Η ανάρτηση πήρε χιλιάδες retweets καθώς και 182.000 likes, οπότε φαίνεται ότι αυτή η απορία απασχολεί και άλλους χρήστες.

Ευτυχώς, ο Όλτμαν μπήκε στη συζήτηση για να αποκαλύψει τη χρέωση που συνοδεύει την ευγένεια των χρηστών για όλη τη σκληρή δουλειά του ChatGPT.

Απαιτεί τεράστια ποσότητα ενέργειας για να λειτουργεί αποδοτικά το chatbot τεχνητής νοημοσύνης, και εκτιμάται ότι χρησιμοποιούνται έως και 0,14 κιλοβατώρες (kWh) ενέργειας για κάθε σύντομη απάντηση που παράγει.

Αυτό ισοδυναμεί με το να κρατάς αναμμένους 14 λαμπτήρες LED για μία ώρα, εάν αναρωτιόσουν —αλλά φαντάσου πόσο συγκεντρώνεται αυτό όταν το ChatGPT δημιουργεί δισεκατομμύρια από αυτές τις απαντήσεις κάθε μέρα.

Ωστόσο, φαίνεται ότι ο Όλτμαν πιστεύει πως η ευγένεια αξίζει τα χρήματα, επειδή επιτρέπει στην τεχνολογία να συνεχίσει να εξελίσσεται και να γίνεται όλο και πιο προηγμένη.

Ειδήσεις Σή
Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 26 Απριλίου 2025

Σιω­πή

Πα­ρά­θυ­ρο κλει­στό
το πρό­σω­πό σου
και οι ρυ­τί­δες,
που το μέ­τω­πό σου χά­ρα­ζαν,
γρίλ­λιες μι­σα­νοιγ­μέ­νες.
Έσκυ­ψα τά­χα
για να πά­ρω ένα φι­λί
κι εί­δα το λο­γι­σμό σου
ένα­στρο οὐρα­νό.

Από­πει­ρες φω­τός
, 1966

Η ποί­η­ση

                        J’ai pétri de la boue et j’en ai fait de l’or.
Charles Baudelaire, «Bribes»

Η ποί­η­ση εί­ναι ένα πο­τή­ρι αδεια­νό
που το γε­μί­ζου­με με το αί­μα μας.
Ύστε­ρα το προ­σφέ­ρου­με στους άλ­λους
ή δεν το προ­σφέ­ρου­με αλ­λά μας το παίρ­νουν
και το μυ­ρί­ζουν και το δο­κι­μά­ζουν
και μι­λού­νε για το χρώ­μα του
και ανα­λύ­ου­νε στο μι­κρο­σκό­πιο τη σύν­θε­σή του
και το τα­ξι­νο­μού­νε σε ομά­δες
και βρί­σκου­νε συ­χνά μι­κρό­βια
και μας κα­τα­δι­κά­ζουν.
Η ση­μα­σία βέ­βαια εί­ν’ αλ­λού·
η αι­μορ­ρα­γία να συ­ντε­λεί­ται
κι ό,τι θέ­λει ας λέ­ει η επι­στή­μη τους.
Ο ποι­η­τής δεν εί­ναι αστρο­νό­μος
μα αστρο­λό­γος·
τ’ άστρα τον εν­δια­φέ­ρουν μό­νο
για τη δύ­να­μή τους πά­νω στη ζωή
τον έρω­τα ή το θά­να­το·
κι­νεί­ται μες στη μαγ­γα­νία
κι ανα­μει­γνύ­ο­ντας βο­τά­νια μα­γι­κά,
ευ­χές, ξόρ­κια και δη­λη­τή­ρια
φτιά­χνει το ατί­μη­το χρυ­σά­φι
που εί­ναι αδύ­να­το οι άλ­λοι
να το κά­νου­νε νο­μί­σμα­τα.

[ Τρα­πέ­ζι ]

Η´

Εί­μ᾽ ένα ξύ­λι­νο τρα­πέ­ζι τί­πο­τ᾽ άλ­λο
Κά­πο­τε θά ᾽μουν οπωσ­δή­πο­τε ένα δέ­ντρο
Όμως τι δέ­ντρο δεν θυ­μά­μαι
Η πλά­νη το πριό­νι τα καρ­φιά και τα βερ­νί­κια
–ω Θεέ μου πό­σ᾽ απα­νω­τά βερ­νί­κια–
Μπο­ρούν να ξε­κου­τιά­νουν και το πιο γε­ρό μνη­μο­νι­κό
Εί­μ᾽ ένα ξύ­λι­νο τρα­πέ­ζι τί­πο­τ᾽ άλ­λο
Πα­λιό πα­μπά­λαιο και για τού­το απα­νω­τά βερ­νι­κω­μέ­νο
Για να μη δεί­χνει η ηλι­κία μου και το σα­κά­τε­μά μου
Για να δια­τη­ρη­θεί η αξιο­πρέ­πεια των κα­τό­χων μου
Για τη δι­κή μου ποιος σκο­τί­ζε­ται
Δε­κά­ρα εγώ δεν δί­νω για ανώ­φε­λες γυα­λά­δες
Η μό­νη μου φρο­ντί­δα εί­ναι ν᾽ ἀντέ­ξω
Στο βά­ρος των αγκώ­νων τους και στις γρο­θιές τους
Να σφί­ξω τις αρ­θρώ­σεις μου να μην πα­ρα­πα­τώ
Να πνί­ξω μέ­σα μου να μην τ᾽ ακού­σουν το τρί­ξι­μο του σα­ρα­κιού
Ν᾽ απο­μα­κρύ­νω έτσι όσο γί­νε­ται την ώρα της φω­τιάς

Κ´

Η νύ­χτα με τρο­μά­ζει απ᾽ το πρωί
Ο φό­βος μου τη στή­νει εμπρός μου
Ο ήλιος ανα­τέλ­λει όμως η σκέ­ψη της
Δεν βγαί­νει απ᾽ το μυα­λό μου ώρες πολ­λές
Πριν σκο­τει­νιά­σει ανά­βω όλα τα φώ­τα

Σχή­μα­τα απου­σί­ας, 1973

Ετού­τος ο κα­θρέ­φτης ]

ΙΖ΄

Ετού­τος ο κα­θρέ­φτης ο πα­λιός
Έχει φθα­ρεί από την επα­φή
Με τό­σα πρό­σω­πα
Θά­μπω­σε γέ­μι­σε απο­τυ­πώ­μα­τα
Μα­τιών που κά­πο­τε κοι­τά­χτη­καν
Μες στο γυα­λί του μ’ έκ­πλη­ξη
Ή θαυ­μα­σμό ή χα­ρά ή θλί­ψη
Χεί­λια και δά­χτυ­λα σαν νε­κροί νάρ­κισ­σοι
Μες στο θα­μπό νε­ρό του αδύ­να­το να κοι­τα­χτείς
Χω­ρίς τον κίν­δυ­νο να μπερ­δευ­τείς
Και να πι­στέ­ψεις για πρό­σω­πό σου
Έν’ άλ­λο πρό­σω­πο ή το συ­νταί­ρια­σμα
Από πα­ρά­ται­ρα κομ­μά­τια
Και να χα­θείς μέ­σα σε τού­το το λα­βύ­ριν­θο
Μορ­φών που ήταν κά­πο­τε
Και να μην εί­σαι πια

Με­τα­μορ­φώ­σεις, 1974

Εί­μαι η λυ­κο­πα­γί­δα ]

γ΄

Εί­μαι η λυ­κο­πα­γί­δα κι εί­μαι ο λύ­κος
που πιά­στη­κε σ’ αυ­τή
Κα­νέ­νας δεν το βλέ­πει δεν το ξέ­ρει
Ού­τε εκεί­νοι που με χαι­ρε­τούν από μα­κριά
Ού­τε αυ­τοί που μ’ αγκα­λιά­ζουν ή μου σφίγ­γου­νε το χέ­ρι
Τό­σο έντε­χνα έχω πνί­ξει μέ­σα μου το ουρ­λια­χτό
Του θριάμ­βου το ουρ­λια­χτό του πό­νου

Κυ­κλο­φο­ρώ ανά­με­σά τους μ’ άνε­ση φο­ρώ­ντας
Το πιο αδιά­φο­ρο χα­μό­γε­λο το πιο κα­θη­μερ­νό
Ενώ οι δα­γκά­νες μου χώ­νο­νται βα­θιά
Όλο και πιο βα­θιά μες στα πλευ­ρά μου

Τύ­ποι ήλων, 1978

Βρο­χή ]

ΠΑΡΑ ΕΝΑ ΔΩΔΕΚΑ ΜΑΓΙΚΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

ΙΙ

Η βρο­χή κρύ­ω­νε έξω, στο δρό­μο. Χτυ­πού­σε το τζά­μι και φώ­να­ζε, κρυώ­νω. Ήτα­νε, πράγ­μα­τι, χει­μώ­νας.
Το τζά­μι τη λυ­πή­θη­κε, της άνοι­ξε, την έβα­λε μες στο δω­μά­τιο; Εί­σαι τρε­λό.
Μα εί­ναι βρο­χή δω­μα­τί­ου, εί­πε ήρε­μα το τζά­μι, δεν ακούς τι ωραία που ηχεί πά­νω στο πά­τω­μα, πά­νω στο τρα­πέ­ζι, πά­νω στο μέ­τω­πό σου; Εί­ναι βρο­χή δω­μα­τί­ου.

Τα δέ­ντρα ]

ΟΤΑΝ ΤΑ ΔΕΝΤΡΑ ΜΙΣΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΑΧΑΡΙΣΤΙΑ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ

Θα ᾽ρ­θει μια μέ­ρα που τα δέ­ντρα θα μι­σή­σουν την αχα­ρι­στία των αν­θρώ­πων και θα στα­μα­τή­σουν να πα­ρά­γουν ίσκιο, θρο­ΐ­σμα­τα κι οξυ­γό­νο. Θα πά­ρου­νε τις ρί­ζες τους και θα φύ­γουν. Με­γά­λες τρύ­πες θα μεί­νου­νε στη γη εκεί που ήταν πριν τα δέ­ντρα. Όταν οι άν­θρω­ποι κα­τα­λά­βου­νε τι έχα­σαν, θα πά­νε και θα κλά­ψου­νε πι­κρά πά­νω απ᾽ αυ­τές τις τρύ­πες. Πολ­λοί θα πέ­σου­νε μέ­σα. Τα χώ­μα­τα θα τους σκε­πά­σουν. Κα­νείς δεν θα φυ­τρώ­σει.

[Τα έπι­πλα]

Ποιος να του τό ᾽λε­γε ότι τα έπι­πλά του θα γί­νο­νταν μια μέ­ρα τέ­τοια τέ­ρα­τα… Το τρα­πέ­ζι του έβγα­λε φύλ­λα, η ντου­λά­πα του κα­τα­βρό­χθι­σε όλα του τα κο­στού­μια, το κο­μό του έγι­νε ένας πο­λύ­στο­μος δρά­κος· κά­θε συρ­τά­ρι του κι ένα αδη­φά­γο στό­μα· πά­νε τα σώ­βρα­κά του όλα, πά­νε τα που­κά­μι­σά του, πά­νε και τα χέ­ρια του· τά ᾽χα­σε ψά­χνο­ντας μέ­σα σ᾽ αυ­τά τα φρι­χτά συρ­τά­ρια.
Τώ­ρα, γυ­μνός κι ανά­πη­ρος, στέ­κε­ται στη μέ­ση του δω­μα­τί­ου του, χα­μέ­νος. Δεν ξέ­ρει τι να κά­νει, που να πά­ει. Τον πιά­νει το πα­ρά­πο­νο. Κλαί­ει.

[Σαν τον τυ­φλό]

ΚΔ´

Σαν τον τυ­φλό μπρο­στά στον κα­θρέ­φτη
Σαν τον τυ­φλό που ζη­τά­ει επί­μο­να την μπλε γρα­βά­τα και το γκρί­ζο κο­στού­μι του
Σαν τον τυ­φλό που χα­μο­γε­λά μπρο­στά στη φω­το­γρα­φι­κή μη­χα­νή
Σαν τον άσπρο τυ­φλό που μι­σεί τους μαύ­ρους
Σαν τον τυ­φλό που λα­τρεύ­ει τις ξαν­θές γυ­ναί­κες
Σαν τον τυ­φλό που χαϊ­δεύ­ει τις λέ­ξεις
Που αγ­γί­ζει τη λέ­ξη φλό­γα και καί­γε­ται
Που αγ­γί­ζει τη λέ­ξη μα­χαί­ρι και κό­βε­ται
Που αγ­γί­ζει τη λέ­ξη ρώ­γα και γλυ­καί­νο­νται οι ρώ­γες των δα­χτύ­λων του
Που αγ­γί­ζει τη λέ­ξη μα­στός και γε­μί­ζουν οι χού­φτες του γά­λα
Που αγ­γί­ζει τη λέ­ξη θά­να­τος και μου­διά­ζει το χέ­ρι του
Σαν τον τυ­φλό που αγκα­λιά­ζει το φο­νιά του, θαρ­ρώ­ντας τον φί­λο του, και νιώ­θει το λά­θος του μα­ζί με το μα­χαί­ρι στην καρ­διά
Σαν τον τυ­φλό που πο­τέ του δεν έτρε­ξε, ακό­μα κι όταν άνοι­γαν όλοι οι κρου­νοί του ου­ρα­νού, ακό­μα κι όταν στί­φη οχη­μά­των χυ­μού­σαν κα­τα­πά­νω του
Σαν τον τυ­φλό που κρε­μά­ει ζω­γρα­φιές στους τοί­χους του και γε­μί­ζει λου­λού­δια το σπί­τι του και τις νύ­χτες όλες τις λά­μπες
Σαν τον τυ­φλό που επι­μέ­νει να τρα­γου­δά το φά­ος ἡελί­οιο, αυ­τό το φως που πο­τέ του δεν γνώ­ρι­σε και πο­τέ του δεν έπα­ψε να υπε­ρα­σπί­ζε­ται σαν μο­νά­κρι­βο κτή­μα του
Τέ­τοιος εγώ

Λε­κτι­κά το­πία, 1986

Αν όπως λέ­νε ]

Αν, όπως λέ­νε, το χαρ­τί φτιά­χνε­ται από ξύ­λο, ετού­το το δω­μά­τιο, που γέ­μι­σε χαρ­τιά κου­βα­ρια­σμέ­να, εί­ν’ ένα τσα­λα­κω­μέ­νο δά­σος κι η γά­τα που πλα­νιέ­ται μέ­σα του, ερε­θι­σμέ­νη απ’ τους τριγ­μούς του, εί­ναι μια τί­γρη σ’ ανα­ζή­τη­ση θη­ρά­μα­τος.
Όσο για τα ποι­ή­μα­τα, μες στα κου­βά­ρια των χαρ­τιών, εί­ναι που­λιά που πέ­θα­ναν πριν μά­θουν να πε­τά­νε.

[ Γέ­ρα­σες ]

Γέ­ρα­σες, φί­λε, και βου­βά­θη­καν τα μά­τια σου, δεν τρα­γου­δά­νε πια, όπως πρώ­τα, δεν μι­λούν, δεν ψι­θυ­ρί­ζουν καν. Δυό σκο­τει­νά πα­ρά­θυ­ρα τα μά­τια σου, χτι­σμέ­να, και πια δεν φτά­νει ώς εμέ­να η μέ­σα μου­σι­κή σου. Υπάρ­χει, αλή­θεια, ακό­μα αυ­τή η μέ­σα μου­σι­κή ή μή­πως εί­σαι ώς εκεί χτι­σμέ­νος, ώς τα μύ­χια της ψυ­χής σου, πλή­ρης σιω­πής και συ­μπα­γής σαν πέ­τρι­νο άγαλ­μα;

Εσω­τι­κά το­πία, 1991

Οι μέ­ρες του περ­νούν ]

Οι μέ­ρες του περ­νούν δί­χως να έρ­χο­νται. Αυ­τός, ωστό­σο, εί­ν’ εκεί και τις προ­σμέ­νει· έν’ αδεια­νό ορί­ζο­ντα κοι­τώ­ντας, καρ­τε­ρεί να υπο­δε­χτεί τις μέ­ρες που, χω­ρίς να φτά­νουν, έχουν κιό­λας φύ­γει.
Το πα­ρελ­θόν αυ­ξά­νει ιλιγ­γιω­δώς, το πα­ρελ­θόν ενός αβί­ω­του πα­ρό­ντος· οι ανα­μνή­σεις μί­ας άζω­ης ζω­ής σω­ρεύ­ο­νται, αδιά­κο­πα, και τον συν­θλί­βουν.

[Ια­νουά­ριος]

Ια­νουά­ριος; Φε­βρουά­ριος; Δευ­τέ­ρα ή Τρί­τη; Ή, μή­πως, Πέμ­πτη; Δώ­δε­κα, πά­ντως, πα­ρά εί­κο­σι. Μπο­ρεί να έχει χά­σει τον ρου ετών, μη­νών και ημε­ρών, αλ­λ᾽ έχει από­λυ­τα στοι­χεία για τις ώρες, τα λε­πτά, τα δευ­τε­ρό­λε­πτα· η μνή­μη του έχει ατο­νή­σει, μες στη μο­να­ξιά, όχι όμως και του ρο­λο­γιού η μπα­τα­ρία.
Σέρ­νε­ται στον κα­θρέ­φτη μπρος, κοι­τά­ζε­ται. Τι ηλι­κία νά ᾽χει, τά­χα, ανα­ρω­τιέ­ται. Δώ­δε­κα πα­ρά εί­κο­σι, οπωσ­δή­πο­τε· δώ­δε­κα πα­ρά εί­κο­σι και κά­τι· και νύ­χτα, νύ­χτα οπωσ­δή­πο­τε.

Μό­νο η σιω­πή ]

Μό­νο η σιω­πή, η από­λυ­τη σιω­πή προ­σφέ­ρε­ται για τη χα­μη­λό­φω­νη συ­νο­μι­λία των πραγ­μά­των που, κά­τω από άλ­λες, ηχη­ρές συν­θή­κες, ού­τ’ ένα νεύ­μα δεν μπο­ρούν να ανταλ­λά­ξουν, για­τ’ εί­ν’ ευαί­σθη­τα τα πράγ­μα­τα στον ήχο και δεν απο­κα­λύ­πτουν την ψυ­χή τους εν μέ­σω οιου­δή­πο­τε θο­ρύ­βου.
Σφαλ­νά τις πόρ­τες, τα πα­ρά­θυ­ρα, τα μά­τια, εξώ­νει από το χώ­ρο ήχο και φως. Ακί­νη­τος, σε μια γω­νιά, και σιω­πη­λός, γί­νε­ται κοι­νω­νός των μυ­στι­κών τους, γί­νε­ται κι αυ­τός πράγ­μα δι­κό τους· κα­λό­γε­ρος με λί­γα ρού­χα κρε­μα­σμέ­να πά­νω του.

Ο ακί­νη­τος δρο­μέ­ας, 1996

[Το τη­λέ­φω­νο]

ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΤΗΣ ΓΗΣ

Δύ­σκο­λη η ζωή, κή­πος που για να θάλ­λει θέ­λει αδιά­κο­πη φρο­ντί­δα: σκά­λι­σμα και βο­τά­νι­σμα και πό­τι­σμα και ψέ­κα­σμα… Και με αμ­φί­βο­λο, βε­βαί­ως, απο­τέ­λε­σμα, αφού το λά­θος το πα­ρα­μι­κρό, μια ξαφ­νι­κή αλ­λα­γή στις και­ρι­κές συν­θή­κες, ένας απρό­σμε­νος εχθρός, ένα αό­ρα­το πα­ρά­σι­το, μπο­ρούν να ακυ­ρώ­σουν κά­θε σου προ­σπά­θεια και άκαρ­ποι να μεί­νου­νε οι κό­ποι σου.
Δύ­σκο­λη η ζωή κι απλού­στα­τος ο θά­να­τος, αυ­τή η έρη­μος που τί­πο­τε από σέ­να δεν ζη­τά, που πε­ρι­μέ­νει απλώς να την δια­νύ­σεις.

Χτυ­πά­ει το τη­λέ­φω­νο, χτυ­πά­ει και ξα­να­χτυ­πά­ει· δεν το ση­κώ­νω, όχι, δεν πρό­κει­ται να το ση­κώ­σω· ποιος ξέ­ρει τι και­νούρ­γιες συμ­φο­ρές θα μου αναγ­γεί­λει; Πέ­θα­νε αυ­τός, πέ­θα­ν᾽ εκεί­νος, ο τά­δε βη­μα­τί­ζει με βη­μα­το­δό­τη, ο δεί­να δεν μπο­ρεί το σπί­τι του να βρει κι ο Ερυ­θρός Σταυ­ρός τον ψά­χνει. Εί­ναι η γε­νιά μου που αρ­χί­ζει να θο­λώ­νει και να σβή­νει. Έτσι που πά­ει το πράγ­μα, θα μά­θω, σύ­ντο­μα, και το δι­κό μου θά­να­το από τη­λε­φώ­νου.
Χτυ­πά­ει το τη­λέ­φω­νο, χτυ­πά­ει και ξα­να­χτυ­πά­ει· δεν το ση­κώ­νω, όχι· θα το βγά­λω από την πρί­ζα, θα βγω από τον κα­τά­λο­γο του ΟΤΕ· δεν πρό­κει­ται να πα­ρα­μεί­νω εγώ συν­δρο­μη­τής θα­νά­των.

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 24 Απριλίου 2025

Μπορεί να μοιάζει με επιστημονική φαντασία, όμως είναι γεγονός: η Φινλανδία αυξάνει την εδαφική της έκταση κατά περίπου 7 km² κάθε χρόνο, και μάλιστα χωρίς να εμπλέκεται σε πόλεμο ή επεκτατικές πολιτικές. Πίσω από αυτό το εντυπωσιακό φαινόμενο κρύβεται μια φυσική διαδικασία που ξεκίνησε πριν από χιλιάδες χρόνια: η μεταπαγετωνική ανάκαμψη (post-glacial rebound).

Τι είναι η μεταπαγετωνική ανάκαμψη;

Κατά τη διάρκεια της τελευταίας Εποχής των Παγετώνων, τεράστιοι παγετώνες κάλυπταν τη Σκανδιναβία και πίεζαν τη λιθόσφαιρα (το εξωτερικό, σκληρό κέλυφος της Γης). Όταν οι πάγοι άρχισαν να λιώνουν, περίπου πριν από 10.000 χρόνια, η πίεση σταδιακά μειώθηκε, και το έδαφος άρχισε να «σηκώνεται» για να επανέλθει στην αρχική του θέση, σαν ένα ελατήριο που απελευθερώνεται..

Αυτή η διαδικασία εξακολουθεί να εξελίσσεται ακόμα και σήμερα. Σε περιοχές όπως η Φινλανδία, η Σουηδία και ο βόρειος Καναδάς, η γη συνεχίζει να ανυψώνεται κατά μερικά χιλιοστά έως εκατοστά κάθε χρόνο.

Καθώς η γη ανασηκώνεται, ιδιαίτερα στα παράκτια σημεία, παλιές βυθισμένες περιοχές αναδύονται από τη θάλασσα, δημιουργώντας νέες εκτάσεις ξηράς. Με τον τρόπο αυτό, η Φινλανδία προσθέτει κατά μέσο όρο 7 km² νέας γης ετησίως.

Γιατί είναι σημαντικό;

Γεωπολιτικά, πρόκειται για μοναδικό παράδειγμα εδαφικής επέκτασης χωρίς στρατιωτική ή διπλωματική σύγκρουση.

Οικολογικά, νέες περιοχές γίνονται βιώσιμες για γεωργία ή δάση.

Οικονομικά, επηρεάζεται η παράκτια ζώνη, η χρήση γης και η χαρτογράφηση ιδιοκτησιών.

Η δυτική και βορειοδυτική Φινλανδία (όπως η περιοχή Botnia) παρουσιάζουν το πιο έντονο φαινόμενο. Οι αρχές μάλιστα έχουν ειδικά προγράμματα αναθεώρησης χαρτών και ακτογραμμών για να καταγράφουν τις αλλαγές.

Η περίπτωση της Φινλανδίας είναι ένα σπάνιο και θετικό παράδειγμα της δυναμικής φύσης του πλανήτη μας. Χάρη σε ένα γεωλογικό φαινόμενο που ξεκίνησε στην Εποχή των Παγετώνων, η χώρα επεκτείνεται κάθε χρόνο, όχι μέσω συγκρούσεων, αλλά μέσω… υπομονής και φυσικής ανάκαμψης.

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 22 Απριλίου 2025

Ξύπνησα το πρωί, κι έφτιαξα δυο καφέδες. Έβαλα και δυο κομμάτια σάμαλι. Είπα, κάποιος θα διαβεί να τον κεράσω.
Πέρασε ώρα. Κανείς δεν φάνηκε.
Τα μάζεψα. Φύλαξα τα κομμάτια του γλυκού. Άδειασα τον καφέ κι έπλυνα τα φλυτζάνια. Αέρισα τα σκεπάσματα.
Ήλιο είχε και τ’ άπλωσα να τα ζεστάνει. Έκατσα στην βεράντα μου κι αγνάντεψα ως εκεί που έφτανε το μάτι μου. Χόρτασα εικόνες.
Γιόμισε η ψυχή μου πρωινά χρώματα, και μυρωδιές που άφησε η αυγή στο διάβα της.
Άνοιξα ένα βιβλίο να συνεχίσω το διάβασμα. Χθες το βράδυ ξεκίνησα το νέο βιβλίο. Είχα σταματήσει στην σελίδα είκοσι πέντε.
Εκεί που η ματιά της ηρωίδας του, έπεσε πάνω στο τρύπιο παντελόνι του.
Τον ρώτησε γιατί κυκλοφορεί με την τρύπα, κι απάντησε, έτσι είναι αυτός. Σέρνει και τις τρύπες μαζί του.
Κι η καρδιά του, έχει. Και η ψυχή του, αλλά δεν φαίνονται. Τις έραψε η λησμονιά. Μόνο σαν φυσάει πολύ μοναξιά μπαίνει το κρύο και κρυώνει. Για λίγο όμως.
Τις κλείνει ο πόνος.
Εκείνος ο πόνος που δεν αφήνει τίποτα να διαβεί μέσα σου.
Έκλεισα το βιβλίο, κι άφησα το βλέμμα μου ξανά να πλανηθεί. Ταξίδεψε πολύ μακριά κι ακούμπησε στην δική μου τρύπα.
Σε κείνη την τρύπα που την έραψα και ‘γω με χοντρή κλωστή, μουσκεμένη από δάκρυα.
Την έραψα με ένα κομμάτι σκληρό πίκρας, κι έβαλα πάνω της μια πλάκα πέτρινη δύναμης.
Μα δεν σκέφτηκα να γεμίσω το κενό. Κι ήρθαν στιγμές που φύσαγε στο βάθος της. Με τα χρόνια την γέμιζα σιγά σιγά,ώσπου πια δεν σφύριζε το κενό της.
Νέος ήταν ο διαβάτης του βιβλίου. Νέος. Θα τις γέμιζε τις τρύπες του με τον καιρό, μόνο που η ηρωίδα δεν το γνώριζε.
Το έμαθε αργότερα κι αυτή. Τον ακολούθησε, να ανοίξει τις δικές της τρύπες. Όπως έμαθε πως δεν περπατάμε αντάμα με τους ανέμους που σφυρίζουν στα κενά.
Πέφτουμε μέσα κι ανοίγουμε τις τρύπες μας. Κλείνω το βιβλίο στην σελίδα σαράντα πέντε, με τον σελιδοδείχτη μου τον ξύλινο, δώρο του εγγονού μου στα γενέθλια των εξήντα πέντε μου χρόνων.
Είχε γράψει πάνω του, (Στην γιαγιά μου! Στην δική μου σελίδα! )
Το άφησα στο τραπέζι, και σηκώθηκα να μαζέψω τα σκεπάσματά μου, να τα στρώσω στο κρεβάτι μου.
Καίγανε από τον ήλιο. Είχε περάσει αρκετή ώρα και χόρτασαν και κείνα ζεστασιά, να μου την δώσουν το βράδυ.
Έβαλα να φάω. Δυο πιάτα στο τραπέζι μου, δυο πηρούνια, δυο ποτήρια. Κάποιος θα έρθει σκέφτηκα. Έτοιμο να το’ χω.
Μόνη μου έφαγα. Κανείς δεν ήρθε.
Τα μάζεψα, τα άφησα στον νεροχύτη. Θα τα βάλω στο πλυντήριο αργότερα μαζί με ό,τι μαζευτεί στη διάρκεια της μέρας.
Πήρα ένα περιοδικό με προορισμό διακοπών.
Το ξεφύλλιζα μήπως και σταθώ κάπου που θα μου αρέσει να πάω. Παρέα μου τα βιβλία, κι ο σελιδοδείχτης μου ο ξύλινος. Διάλεξα ένα μέρος με βουνό για διακοπές.
Είχε στην πλαγιά του μικρά σπιτάκια, για οικογένειες και για μοναχικούς επισκέπτες, μέσα στο πράσινο.
Στο τελείωμα της πλαγιάς, ένας μεγάλος ποταμός περνούσε με τα ήσυχα νερά του, παίρνοντας μαζί του και την σκέψη σου, να την χύσει στην ψυχή της θάλασσας.
Εκεί θα πάω είπα και βγήκα να περπατήσω. Δεν κοιμάμαι τα μεσημέρια. Να κουραστώ θέλω να μπορέσω το βράδυ να κοιμηθώ ευκολότερα. Σαν ήμουν νέα, έλεγα, θα χορτάσω τον ύπνο μου στα “γεράματα”, που να φανταστώ πως τότε ο ύπνος μου θα ήταν μόνο πέντε με έξι ώρες.
Γύρισα, κι ήταν ώρα για τον απογευματινό καφέ. Ξανά δυο φλυτζάνια, ξανά το γλυκό στο πιατάκι. Κανείς επισκέπτης.
Μια μικρή ομάδα από έξι εφτά πουλιά διάβηκαν μονάχα.
Πέταξε το γλυκό στον αέρα….έτσι, να πω πως τα κέρασα μα κείνα
φτερούγισαν και χάθηκαν.
Πόση μοναξιά, να θες να προσφέρεις, και να μην έχεις που; Κι έβαλα τα γέλια, να της δείξω πως την βρίσκω αστεία..’Οχι. Δεν θα με μελαγχολήσει.
Μπήκα ξανά στο βιβλίο μου. Σελίδα σαράντα πέντε. Να το τελειώσω ήθελα πριν φύγω για διακοπές. Θα έπαιρνα άλλο μαζί μου. Η ηρωίδα πέταξε το τρύπιο παντελόνι του. Τον ακολούθησε, αφού πήρε καινούργιο, να ταξιδέψουν μαζί.
Εκείνος έκλεισε τις τρύπες του, πέφτοντας μέσα εκείνη, κι έφυγε. Την άφησε να βγει μόνη της, και βγήκε.
Ήθελα να της πω, πως δεν πετάμε πάνω από τα κενά των άλλων. Μα το έμαθε μόνη της. Στην σελίδα ογδόντα δύο, το είπε.
Είπε, πως τις τρύπες του, ο κάθε ένας πρέπει μόνος του να τις κλείσει, και πως ο άλλος δεν είναι το υλικό για να τις κλείνει. Τις τρύπες μας, να τις γεμίζουμε με ζωή.
Έτσι θα μπορέσει ο συνοδοιπόρος μας να πατήσει πάνω τους στέρεα, για όσο κρατήσει το ταξίδι μας.
Ήθελα να της το πω, μα το κατάλαβε μόνη της κι ήταν καλύτερα έτσι. Η γνώση είναι κείνη που σε προστατεύει, κι όχι η θεωρία.
Σελίδα διακόσια δέκα, η ηρωίδα είχε την δική μου ηλικία.
Καθισμένη στην βεράντα του σπιτιού της, σκεφτότανε να πάει ένα ταξίδι. Με τις τρύπες της και κείνη να μην σφυρίζουν πλέον, σαν τις δικές μου, που από χρόνια έπαψαν να κάνουν θόρυβο.
Μόνη θα ταξίδευε και κείνη. Δεν ξέρω αν είχε κάποιο σελιδοδείχτη στις αποσκευές της. Μα και να’ χε, δώρο δεν θα ήταν. Ακόμα και να ήταν, δεν θα έγραφε πάνω, (Στην γιαγιά μου! Στην δική μου σελίδα )
Κάποια πράγματα, είναι μόνο δικά μας, γιατί προέρχονται από ξεχωριστούς και μοναδικούς ανθρώπους της ζωής μας.
Σελίδα διακόσια εβδομήντα, η ηρωίδα έκλεινε τις βαλίτσες της. Πετούσε σε τρεις ώρες. Η πτήση της ήταν γεμάτη γνώση. Επέλεξε θάλασσα να παίξει με τα κύματα.
Εγώ είμαι στο δωμάτιο της πλαγιάς. Ένα παράθυρο μεγάλο, βλέπει στο ποτάμι που κυλάει ήσυχα.
Είναι απόγευμα, πήρα το ποδήλατό μου και πηγαίνω μαζί με τα νερά του ποταμού στην άκρη της όχθης. Κοντεύει να βασιλέψει ο ήλιος, κι αποφάσισα να γυρίσω.
Αφήνω το ποδήλατό μου στον ειδικά διαμορφωμένο χώρο για ποδήλατα, και μπαίνω στο δωμάτιό μου.
Βγήκα στην βεράντα του, να δω τον ήλιο που έγερνε πίσω από το βουνό. Καλησπέρα μου φώναξαν από την διπλανή βεράντα.
Ανταπέδωσα τον χαιρετισμό. Ένας κύριος έπινε τον καφέ του. Δεν είχε δυο φλυτζάνια στο τραπέζι του.
Είχε όμως το κάλεσμα στην διάθεσή του, και χρόνο να τον μοιραστεί με κάποιον. Έμαθα εκείνο το απόγευμα, πως δεν αρκεί ένα σερβίτσιο άδειο να καρτερεί να γεμίσει.
Έμαθα πως όσο γεμάτη και να είναι η ψυχή σου, κι όσο κι αν θέλεις να προσφέρεις, αν δεν καλέσεις κανείς δεν έρχεται. Στον περαστικό, θα προσφέρεις, ένα ποτήρι νερό, να ξεδιψάσει να συνεχίσει.
Την καρέκλα σου όμως θα την προσφέρεις σε κείνον που θέλει να καθίσει. Σε κείνον που θα καλέσεις να μοιραστείς μαζί του τον χρόνο σου, και τον καφέ σου.
Σε κείνον που δεν θα σφυρίζουν οι τρύπες του…και θα απολαμβάνετε κι οι δυο την διαδρομή της ηρεμίας. Σελίδα διακόσια εβδομήντα δύο, η ηρωίδα σκέφτεται, να πει ναι, σε μια πρόσκληση. Είναι όμορφο να σε καλούν και να φεύγεις…παρά να καλείς και να φεύγουν…
Θέλει δρόμο ακόμα. Ίσως οι τρύπες της να μπάζουν φυγές…

Ελευθερία Λάππα

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 22 Απριλίου 2025

Ο Πάπας Φραγκίσκος κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του σε νοσοκομείο έγραψε ένα κείμενο και αυτό είναι ένα μικρό απόσπασμα…..

“Οι τοίχοι των νοσοκομείων έχουν ακούσει πιο ειλικρινείς προσευχές από πολλές εκκλησίες… Έχουν δει πιο ειλικρινή φιλιά από εκείνα στα αεροδρόμια… Στα νοσοκομεία είναι που βλέπεις έναν ομοφοβικό να σώζεται από έναν ομοφυλόφιλο γιατρό. Εκεί που ένας μεγαλογιατρός σώζει τη ζωή ενός ζητιάνου… Όπου, στην εντατική, ένας Εβραίος φροντίζει έναν ρατσιστή…
Χιλιάδες σύζυγοι συγχωρούν ο ένας τον άλλον με την ελπίδα της απόλυτης ίασης. Ένας αστυνομικός και ένας κρατούμενος μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο και λαμβάνουν την ίδια προσοχή… Ένας πλούσιος ασθενής περιμένει μεταμόσχευση ήπατος με όργανο από φτωχό δότη… Σε αυτές τις στιγμές, όταν το νοσοκομείο αγγίζει τις πληγές των ανθρώπων, τα σύμπαντα διασταυρώνονται με θεϊκό σκοπό.
Και σε αυτή την κοινωνία των πεπρωμένων, συνειδητοποιούμε ότι, μόνοι μας, δεν είμαστε τίποτα. Τις περισσότερες φορές, η απόλυτη αλήθεια των ανθρώπων αποκαλύπτεται μόνο τη στιγμή του πόνου ή μπροστά στην πολύ πραγματική απειλή της απόλυτης απώλειας.
Το νοσοκομείο είναι ένας τόπος όπου τα ανθρώπινα όντα βγάζουν τις μάσκες τους και δείχνουν αυτό που είναι, στην πραγματική τους ουσία.
Αυτή η ζωή θα περάσει γρήγορα: Μην τσακώνεστε με τους ανθρώπους. Μην παραπονιέστε πάρα πολύ. Μην είστε πικρόχολοι. Δεν υπάρχει λόγος να βρίσκεστε σε συνεχή σύγκρουση με τον σύντροφό σας- στο τέλος, τον επιλέξατε για να μοιραστείτε καλές στιγμές, όχι πικρές. Μην χάνετε τον ύπνο σας για τους λογαριασμούς. Μη σταματήσετε να φιλάτε τους αγαπημένους σας. Μην αποκτήσετε εμμονή με το να έχετε ένα πεντακάθαρο σπίτι. Τα υλικά αγαθά πρέπει να τα κερδίζει ο καθένας- μην επικεντρώνεστε στη συσσώρευση κληρονομιών. Μην κάνετε τόσες πολλές δίαιτες- τελικά το σώμα σας είναι δανεικό… απολαύστε το.
Κρατήστε τα σκυλιά και τις γάτες σας κοντά σας. Μην κρατάτε πιάτα για ειδικές περιστάσεις. Χρησιμοποιήστε καινούργια μαχαιροπήρουνα. Εκμεταλλευτείτε τις ευκαιρίες που σας προσφέρει η ζωή σήμερα, γιατί αύριο πιθανότατα δεν θα τις έχετε πια. Ζήστε το παρόν! Μην τσιγκουνεύεστε το αγαπημένο σας άρωμα, χρησιμοποιήστε το για τον εαυτό σας. Φορέστε τα αγαπημένα σας αθλητικά παπούτσια, βάλτε την αγαπημένη σας μουσική στο repeat.
Γιατί να μην κάνετε ένα διάλειμμα; Γιατί δεν τηλεφωνείτε τώρα; Γιατί όχι; Γιατί να μην εξυπηρετήσετε τώρα; Τηλεφωνήστε στους φίλους σας, καλέστε τους για καφέ.
Γιατί να μην συγχωρήσετε τώρα; Πάντα περιμένουμε κάτι: τα Χριστούγεννα, την Παρασκευή, την Πρωτοχρονιά, όταν θα έχουμε χρήματα, όταν θα έρθει η αγάπη, όταν όλα θα είναι τέλεια…
Αλλά βλέπετε, η τελειότητα δεν υπάρχει. Τα ανθρώπινα όντα δεν δημιουργήθηκαν για να εκπληρωθούν εδώ, αλλά για να μάθουν. Εκμεταλλευτείτε λοιπόν αυτό το δοκίμιο ζωής και κάντε το τώρα. Σεβαστείτε τον εαυτό σας, σεβαστείτε τους άλλους. Ακολουθήστε το δικό σας μονοπάτι και αφήστε τους άλλους να ακολουθήσουν το δικό τους.
Μην επικρίνετε, μην κρίνετε, μην παρεμβαίνετε.
Αγαπήστε περισσότερο, συγχωρέστε περισσότερο, αγκαλιάστε περισσότερο, ζήστε πιο έντονα… και αφήστε τα υπόλοιπα στα χέρια του δημιουργού.
~~ Πάπας Φραγκίσκος

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 21 Απριλίου 2025

Αποσπασματα

.*Οι άνθρωποι, εκεί που ζεις, καλλιεργούν πέντε χιλιάδες τριαντάφυλλά σε έναν κήπο. Παρ’ όλα αυτά, δεν βρίσκουν αυτό που ψάχνουν… Κι όμως αυτό που ψάχνουν, μπορεί να βρεθεί σε ένα και μόνο τριαντάφυλλο.

*Είναι ο χρόνος που έχεις ξοδέψει για το τριαντάφυλλό σου που κάνει το τριαντάφυλλό σου τόσο σημαντικό.

*Είναι πιο δύσκολο να κρίνεις τον εαυτό σου από το να κρίνεις του άλλους. Αν καταφέρεις να κρίνεις τον εαυτό σου σωστά, τότε είσαι πράγματι ένας σοφός άνθρωπος.

*Μικρός Πρίγκιπας: Πού είναι όλοι οι άνθρωποι; Είναι λίγο μοναχικά στην έρημο… Το φίδι: Είναι μοναχικά, ακόμα και όταν βρίσκεσαι ανάμεσα σε ανθρώπους.

*.Αντίο, είπε η αλεπού. Αυτό είναι το μυστικό μου. Είναι πολύ απλό. Δεν βλέπουμε καλά, παρά με την καρδιά μας. Το ουσιαστικό είναι αόρατο για τα μάτια.

*.Όλοι οι μεγάλοι ήταν παιδιά πρώτα… Αλλά λίγοι το θυμούνται.

*Aλλα μικρά αγόρια. Και δεν σε έχω ανάγκη. Ούτε εσύ με έχεις ανάγκη. Για σένα είμαι μόνο μια αλεπού όμοια με εκατό χιλιάδες άλλες αλεπούδες. Αλλά αν με εξημερώσεις θα έχει ανάγκη ο ένας τον άλλον. Θα είσαι το μόνο αγόρι στον κόσμο για μένα και θα είμαι η μόνη αλεπού στον κόσμο για σένα.

*Μόνο τα παιδιά ξέρουν τι ψάχνουν.

*Είναι ακριβώς όπως συμβαίνει με το λουλούδι. Αν αγαπάς ένα λουλούδι που ζει σε ένα αστέρι, είναι γλυκό να κοιτάς τον ουρανό τη νύχτα. Όλα τα αστέρια είναι ανθισμένα λουλούδια…

*.Θα ‘ταν καλύτερα να ‘ρχεσαι την ίδια ώρα, είπε η αλεπού. Αν, για παράδειγμα, πρόκειται να έρθεις στις τέσσερις το απόγευμα, από τις τρεις κιόλας εγώ θ’ αρχίσω να ‘μαι ευτυχισμένη. Όσο θα προχωρεί η ώρα, τόσο περισσότερο ευτυχισμένη θα νιώθω.

*Οι λέξεις είναι η πηγή των παρεξηγήσεων.

*.Εδώ και εκατομμύρια χρόνια τα λουλούδια παράγουν αγκάθια.

*.Ήμουν πολύ μικρός για να ξέρω πως να την αγαπώ.

*Αλλά ο αλαζόνας δεν τον άκουσε. Οι αλαζονικοί άνθρωποι δεν ακούν τίποτα άλλο παρά μόνο επαίνους.

*.Οι άνθρωποι έχουν ξεχάσει αυτήν την αλήθεια, είπε η αλεπού. Αλλά δεν πρέπει να το ξεχνάς. Γίνεσαι υπεύθυνος για πάντα για ό,τι έχεις εξημερώσει.

*Αλλά αν με εξημερώσεις, τότε θα χρειαστούμε ο ένας τον άλλον. Για μένα θα είσαι μοναδικός σε όλο τον κόσμο. Για σένα, θα είμαι μοναδικός σε όλο τον κόσμο.

*Όταν βρίσκεις ένα διαμάντι που δεν ανήκει σε κανέναν, είναι δικό σου…όταν ανακαλύπτεις ένα νησί που δεν ανήκει σε κανέναν, είναι δικό σου. Όταν βρίσκεις μια ιδέα πριν από οποιονδήποτε άλλον, βγάζεις δίπλωμα ευρεσιτεχνίας: είναι δική σου. Έτσι με εμένα: Είμαι κάτοχος των αστεριών, γιατί κανείς άλλος πριν από εμένα δεν σκέφτηκε ποτέ να του ανήκουν.

*Το να ξεχνάς έναν φίλο είναι λυπηρό. Δεν έχουν όλοι φίλους.

*Οι άνθρωποι δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν με τους άλλους καταφεύγουν στις εύκολες λύσεις. Δίνουν σημασία στα υλικά αγαθά και όχι στις ανθρώπινες σχέσεις.

20.Οι άνθρωποι δεν έχουν πια καιρό να γνωρίσουν τίποτα. Τα αγοράζουν όλα από τα εμπορικά. Καθώς όμως δεν υπάρχουν εμπορικά που πουλάνε φίλους, οι άνθρωποι δεν έχουν πια φίλους.

*Τα αστέρια στο νυχτερινό ουρανό γελάνε στη δική σου φωνή.

*Έπρεπε να κρίνω με πράξεις και όχι με λόγια.

*Μερικές φορές δεν βλάπτει να αναβάλεις μια δουλειά για αργότερα.

*Οι μεγάλοι δεν καταλαβαίνουν ποτέ τίποτα από μόνοι τους και είναι κουραστικό τα παιδιά συνεχώς και πάντα να τους εξηγούν τα πράγματα.

*Οι άνθρωποι δεν χρειάζονται πάντα συμβουλές μερικές φορές το μόνο που χρειάζονται είναι ένα χέρι για να κρατηθούν, ένα αυτί να τους ακούσει και μια καρδιά που μπορεί να τους καταλάβει.

*Η αγάπη δεν είναι να κοιτάζουμε ο ένας τον άλλον, αλλά να κοιτάζουμε μαζί προς την ίδια κατεύθυνση.

 

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 20 Απριλίου 2025

Αυτές τις ημέρες καθώς οι χριστιανοί αναλογίζονται τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού, η DAILY MAIL ζήτησε από οκτώ κορυφαίους στοχαστές από την επιστήμη, τις τέχνες και τη θεολογία τις απόψεις τους σχετικά με αυτό το αιώνιο αίνιγμα.

Πάουλο Κοέλιο (συγγραφέας)

Η ιδέα του θανάτου με συντροφεύει καθημερινά από το 1986, όταν περπάτησα το διάσημο ισπανικό προσκύνημα, το Camino de Santiago

Όπως έγραψα αργότερα στη συλλογή μου Like The Flowing River, μέχρι τότε, πάντα με τρόμαζε η σκέψη ότι, μια μέρα, όλα θα τελείωναν. Αλλά σε ένα από τα στάδια εκείνου του προσκυνήματος, έκανα μια άσκηση που συνίστατο στο να βιώσω πώς είναι να σε θάβουν ζωντανό.

Περιελάβανε να ξαπλώσω στο πάτωμα, να σταυρώσω τα χέρια μου πάνω από το στήθος μου σε στάση θανάτου και να φανταστώ όλες τις λεπτομέρειες της ταφής μου – σαν να με έθαβαν ζωντανό.

Ήταν μια τόσο έντονη εμπειρία που έχασα κάθε φόβο και στη συνέχεια είδα τον θάνατο ως καθημερινό μου σύντροφο, πάντα δίπλα μου.

Εξαιτίας αυτού, δεν αφήνω ποτέ για αύριο αυτό που μπορώ να κάνω ή να βιώσω σήμερα – και αυτό περιλαμβάνει τις χαρές, τις εργασιακές υποχρεώσεις, το να ζητώ συγγνώμη αν νιώθω ότι έχω προσβάλει κάποιον, και την ενατένιση της παρούσας στιγμής σαν να είναι η τελευταία μου.

Μπορώ να θυμηθώ πολλές φορές που μύρισα το άρωμα του θανάτου: εκείνη τη μακρινή μέρα του 1974, στο Ρίο ντε Τζανέιρο, όταν το ταξί στο οποίο επέβαινα μπλόκαρε ένα άλλο αυτοκίνητο και μια ομάδα ένοπλων παραστρατιωτικών πετάχτηκε έξω και μου έβαλε μια κουκούλα στο κεφάλι.

Παρόλο που με διαβεβαίωσαν ότι δεν θα μου συνέβαινε τίποτα κακό, ήμουν πεπεισμένος ότι επρόκειτο να γίνω άλλος ένας από τους «εξαφανισμένους» του στρατιωτικού καθεστώτος.

Ή όταν, τον Αύγουστο του 1989, χάθηκα σε μια ανάβαση στα Πυρηναία. Κοίταξα γύρω μου τα βουνά γυμνά από χιόνι και βλάστηση, σκέφτηκα ότι δεν θα είχα τη δύναμη να γυρίσω πίσω και κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το σώμα μου δεν θα βρισκόταν μέχρι το επόμενο καλοκαίρι. Τελικά, αφού περιπλανήθηκα για πολλές ώρες, κατάφερα να βρω ένα μονοπάτι που με οδήγησε σε ένα απομακρυσμένο χωριό.

Ξέρω ότι ο θάνατος δεν είναι ένα θέμα που σε κανέναν δεν αρέσει να σκέφτεται, αλλά έχω καθήκον απέναντι στους αναγνώστες μου – να τους κάνω να σκεφτούν τα σημαντικά πράγματα στη ζωή.

Και ο θάνατος είναι ενδεχομένως το πιο σημαντικό πράγμα. Όλοι βαδίζουμε προς το θάνατο, αλλά ποτέ δεν ξέρουμε πότε θα μας αγγίξει ο θάνατος και είναι καθήκον μας, επομένως, να κοιτάμε γύρω μας, να είμαστε ευγνώμονες για κάθε λεπτό.

Γιούρι Γκέλερ (μυστικιστής)

Κατά τη γνώμη μου είναι αδύνατο να πιστέψω ότι η ζωή τελειώνει με το θάνατο.

Κοιτάξτε το από επιστημονική άποψη. Στην περίφημη εξίσωση του, ο Αϊνστάιν απέδειξε ότι η ύλη δεν μπορεί να καταστραφεί –

E = mc2 – αλλά απλώς αλλάζει μορφή. Όπως η ύλη, έτσι και η ενέργεια δεν μπορεί να καταστραφεί. Τι συμβαίνει λοιπόν με την ψυχή μας, το πνεύμα μας, την αύρα μας; Αυτές είναι οι πιο ισχυρές πτυχές μας – πιο σημαντικές από το σώμα μας – και πιστεύω ότι συνεχίζουμε να επιβιώνουμε μετά το θάνατο, απλώς με κάποιον άλλο τρόπο.

Πιστεύω ότι, στο σημείο του θανάτου, εισερχόμαστε σε μια άλλη διάσταση όπου επανενωνόμαστε με όλους εκείνους με τους οποίους είχαμε συναισθηματικούς δεσμούς κατά τη διάρκεια της ζωής μας – γονείς, παππούδες, γιαγιάδες, ακόμη και τα αγαπημένα μας κατοικίδια.

Αυτή η ζωή είναι απλώς ένας διάδρομος προς την επόμενη, και αυτό που κάνουμε τώρα καθορίζει το είδος της μεταθανάτιας ζωής με το οποίο θα ανταμειφθούμε.

Το εκπληκτικό είναι ότι η ιδέα της μεταθανάτιας ζωής είναι κοινή σε όλες σχεδόν τις θρησκείες. Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι δισεκατομμύρια άνθρωποι -Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι, Εβραίοι, Ινδουιστές κ.λπ.- κάνουν όλοι λάθος. Είναι αφελές να πιστεύουμε ότι είμαστε απλά μόρια που χάνονται εν ριπή οφθαλμού.

Πιστεύω ότι υπάρχει ένας Δημιουργός – όχι ένας θεός με μούσι που κάθεται σε ένα σύννεφο, αλλά ένα άπειρο ον που μας αφήνει να συνεχίσουμε τη ζωή μας πριν μας καλέσει όταν τελειώσει ο χρόνος μας και μας μεταφέρει στην επόμενη αιωνιότητα

Σκεφτείτε όλα τα αμέτρητα παραδείγματα εμπειριών κοντά στο θάνατο που ισχυρίζονται ότι είχαν οι άνθρωποι. Ανεξάρτητα από τη θρησκεία, συχνά είναι παρόμοιες – έλκονται προς ένα φωτεινό φως με ένα αίσθημα απόλυτης ειρήνης. Αυτό, σίγουρα, είναι μια ένδειξη ότι η ζωή δεν τελειώνει με τον θάνατο.

Κάρλο Ροβέλι (φυσικός και συγγραφέας)

Βρίσκω αστείο το γεγονός ότι κάποιος εξακολουθεί να πιστεύει ότι μπορεί να υπάρχει «μετά θάνατον ζωή». Η μόνη μεταθανάτια ζωή είναι στη μνήμη των άλλων, η οποία με τη σειρά της δεν διαρκεί πολύ.

Νομίζω ότι φοβόμαστε το τέλος μας εξαιτίας ενός ανόητου μπερδέματος: ο ενστικτώδης φόβος των κινδύνων που μοιραζόμαστε με τα άλλα θηλαστικά παρεμβαίνει στη μοναδική ικανότητα του είδους μας να οραματίζεται το απώτερο μέλλον.

Η ζωή μας είναι τόσο πολύτιμη και υπέροχη ακριβώς επειδή είναι πεπερασμένη. Κάποιοι από αυτούς που πιστεύουν σε μια μεταθανάτια ζωή είναι έτοιμοι να σκοτώσουν άλλους και να σπαταλήσουν τη δική τους ζωή διεξάγοντας πόλεμο μεταξύ τους.

Θεωρώ σοφότερο να ζούμε την ομορφιά και την ένταση της κάθε στιγμής που έχουμε. Να προσπαθούμε να μοιραστούμε αυτόν τον πλανήτη με τους θνητούς. Να παρηγορούμε ο ένας τον άλλον για τα βάσανά μας εδώ. Να κάνουμε τη ζωή καλύτερη για εμάς και όλους τους άλλους στη Γη, όχι σε μυθικές άλλες σφαίρες.

Ελίφ Σαφάκ (συγγραφέας)

Το μυθιστόρημά μου «10 λεπτά και 38 δευτερόλεπτα σε αυτόν τον παράξενο κόσμο» αφηγείται την ιστορία μιας εργαζόμενης στο σεξ στην Κωνσταντινούπολη που ονομάζεται Leila και τη ζωή των αγαπημένων της φίλων. Το βιβλίο αυτό έχει μια ασυνήθιστη δομή, επειδή ξεκινά με τον θάνατο του κεντρικού χαρακτήρα, της λογοτεχνικής ηρωίδας.

Έκανα πολλή έρευνα πριν γράψω αυτή την ιστορία και με ενδιέφεραν ιδιαίτερα οι πρόσφατες επιστημονικές μελέτες σχετικά με τη μετάβαση από τη ζωή στον θάνατο. Όλο και περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος μπορεί να συνεχίσει να λειτουργεί για λίγα λεπτά ακόμη και όταν η καρδιά έχει σταματήσει να αντλεί οξυγονωμένο αίμα και οι πνεύμονες έχουν πάψει να λειτουργούν.

Έτσι, ολόκληρο το βιβλίο διαδραματίζεται σε αυτό το περιορισμένο χρονικό διάστημα, μόλις λίγα λεπτά, αμέσως μετά την παύση των χτύπων της καρδιάς της Λέιλα, αλλά ενώ ο εγκέφαλός της είναι ακόμα «ζωντανός», κλείνει σιγά σιγά και θυμάται στιγμές από το παρελθόν της.

Πρόκειται για ένα συναρπαστικό θέμα που μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι το πέρασμα από τη ζωή στον θάνατο είναι πιο περίπλοκο από ό,τι υποθέτουμε.

Πολλοί γιατροί έχουν παρατηρήσει διαυγή εγκεφαλική δραστηριότητα σε ασθενείς που έχουν πεθάνει, μερικές φορές ακόμη και δέκα λεπτά μετά το θάνατο.

Αυτό εγείρει ένα ενδιαφέρον δίλημμα: Συνεχίζεται η συνείδηση σε κάποια μορφή, τουλάχιστον για λίγο, μετά τον θάνατο; Πιστεύω ότι ναι.

Αν ο εγκέφαλος παραμένει ενεργός μετά το θάνατο του σώματος, τι ακριβώς θυμάται ο νους από το παρελθόν – τα καλά ή τα κακά πράγματα; Ταξιδεύει το μυαλό πίσω στην παιδική ηλικία, σχεδόν σαν να ξετυλίγεται ο χρόνος; Νομίζω ότι όλα αυτά είναι έγκυρα ερωτήματα και έχουν σημασία.

Το αν υπάρχει ψυχή ή όχι είναι ένα διαρκές ερώτημα, στο οποίο δεν μπορούμε να απαντήσουμε με βεβαιότητα

Αλλά είναι σαφές ότι ένα ανθρώπινο ον δεν μπορεί να περιοριστεί σε μερικά όργανα και ιστούς. Είμαστε κάτι περισσότερο από αυτό.

Οι επιστήμονες, ιδίως οι νευροεπιστήμονες, συμβάλλουν αξιοσημείωτα στην κατανόηση αυτού του καθολικά σημαντικού θέματος. Πιστεύω όμως ότι και εμείς οι μυθιστοριογράφοι μπορούμε να προσφέρουμε μια μικρή συμβολή με τη φαντασία μας, την ενσυναίσθηση και τους μυθιστορηματικούς χαρακτήρες που δημιουργούμε.

Ρούπερτ Σέλντρεικ (βιολόγος και συγγραφέας)

Η εικασία μου είναι ότι μπορούμε να συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε αφού πεθάνουμε, αλλά δεν μπορούμε να ξυπνήσουμε επειδή δεν έχουμε πλέον ένα φυσικό σώμα για να ξυπνήσουμε. Είμαστε «παγιδευμένοι» σε έναν ονειρικό κόσμο.

Όλοι μας ονειρευόμαστε, ακόμη και αν ξεχνάμε τα περισσότερα από αυτά, και στα όνειρά μας έχουμε ένα άλλο σώμα – ένα ονειρικό σώμα – μέσα στο οποίο κινούμαστε, μιλάμε σε ανθρώπους, μερικές φορές ακόμη και πετάμε.

Το ονειρικό μας σώμα είναι προφανώς διαφορετικό από το κανονικό φυσικό μας σώμα, το οποίο βρίσκεται κοιμισμένο στο κρεβάτι.

Αφού πεθάνουμε, μπορεί να συνεχίσουμε να ζούμε στο σώμα των ονείρων μας, παρόλο που το φυσικό μας σώμα είναι νεκρό. Τα όνειρα που θα βιώσουμε μετά το θάνατο θα εξαρτηθούν από τις αναμνήσεις, τις ελπίδες, τους φόβους και τις σχέσεις μας – αλλά και από τη θρησκευτική μας πίστη.

Αν πιστεύουμε ότι μετά το θάνατο θα μας βοηθήσουν τα αποθανόντα μέλη της οικογένειας, οι άγιοι, οι άγγελοι και, για τους Χριστιανούς, ο Ιησούς Χριστός, τότε αυτό μπορεί να συμβεί.

Μπορεί να υποστούμε συνεχή προσωπική ανάπτυξη σε αυτόν τον μεταθανάτιο ονειρικό κόσμο.

Μπορεί τελικά να περάσουμε πέρα από αυτόν σε μια κατάσταση ένωσης με την απόλυτη πραγματικότητα, όπως αυτή που συναντάμε σε μυστικιστικές εμπειρίες όσο είμαστε ζωντανοί.

Σε αυτό το μεταθανάτιο ταξίδι, μπορεί να βοηθηθούμε από τις προσευχές εκείνων που είναι ακόμη ζωντανοί.

Προσεύχομαι για τα μέλη της οικογένειας και τους φίλους που έχουν φύγει από τη ζωή και ελπίζω ότι όταν πεθάνω οι άνθρωποι θα προσευχηθούν για μένα.

Λόρδος Σάμπτιον (ιστορικός)

Είμαι χριστιανός, αλλά όχι ορθόδοξος χριστιανός. Δεν πιστεύω σε μεταθανάτια ζωή. Τι συμβαίνει μετά το θάνατο; Εξαφάνιση. Είμαι άνετος με αυτό. Στην πραγματικότητα, είμαι μάλλον ανακουφισμένος.

Ο Λόρδος Σάμπτιον είναι πρώην δικαστής του Ανώτατου Δικαστηρίου και διακεκριμένος ιστορικός.

Τζόναθαν Ρομέιν (ραβίνος)

Η πίστη μου, ο Ιουδαϊσμός, είναι ασαφής σχετικά με τη μετά θάνατον ζωή. Υπολογίζει ότι η ψυχή συνεχίζει να υπάρχει και μετά το θάνατο του σώματος, αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς πώς.

Φυσικά, οι άνθρωποι εξακολουθούν να θέλουν μια εικόνα για να κρατηθούν, είτε από φόβο είτε από περιέργεια. Προσπαθώ να βοηθήσω προτείνοντας ότι ίσως είναι σαν μια σταγόνα βροχής που πέφτει και χτυπάει ένα δέντρο.

Εμείς είμαστε αυτή η σταγόνα βροχής και μπορούμε να παρακολουθήσουμε την ατομική της ζωή καθώς κατεβαίνει στον κορμό του δέντρου. Τελικά φτάνει στο τέλος της και πέφτει σε μια λακκούβα. Είναι ακόμα εκεί αλλά έχει χάσει την ατομικότητά της – δεν είναι πλέον αναγνωρίσιμος εσύ και εγώ – και επιστρέφουμε στην πηγή από την οποία προήλθαμε.

Αλλά αυτή είναι απλώς η εικασία μου και είναι καλύτερο να μην βασίζεστε στο άγνωστο. Αντ’ αυτού, είναι σημαντικό να κάνουμε το καλύτερο από αυτόν τον κόσμο, να επικεντρωθούμε στο εδώ και τώρα, να εκτιμήσουμε τους ανθρώπους που μας ενδιαφέρουν και να είμαστε εντάξει να ζούμε με ένα ερωτηματικό.

Λίμπι Πιούρβις (συγγραφέας και δημοσιογράφος)

Μεγαλώνοντας, ανατράφηκα καθολική, οπότε αρχικά είχα παιδικές εικόνες του Ουρανού και των άρπας. Όταν πέθανε ο άθρησκος πατέρας μου, η μητέρα μου είπε ότι ήλπιζε να υπάρχει μια ήσυχη περιοχή του Παραδείσου με καρέκλες και εφημερίδες και χωρίς φτερωτούς ενοχλητικούς που θα του τραγουδούσαν ύμνους.

Μου άρεσε η ιδέα του συγγραφέα C.S. Lewis ότι το τι θα έρθει μετά το θάνατο εξαρτάται από το πώς ζεις- πόσο καθαρή και αγαπητική και ταπεινή είναι η στάση σου. Βρίσκεις μια αιωνιότητα χαράς ή δυστυχίας, ανάλογα με το τι έχεις κάνει τον εαυτό σου.

Αλλά δεν ξέρουμε. Και, γι’ αυτό το λόγο, αγαπώ τη χριστιανική νεκρώσιμη ακολουθία: «Στάχτη στη στάχτη, χώμα στο χώμα».

Προσθέτει μια «σίγουρη και σίγουρη ελπίδα» για τη ζωή που έρχεται, αλλά το κυριότερο είναι μια λογική προειδοποίηση να μην στραφούμε σε δεισιδαιμονίες, πνευματισμούς, φαντασιώσεις με ζόμπι ή φαντάσματα.

Από το in.gr
Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 18 Απριλίου 2025
«Η απαρηγορία» – Μεγάλη Εβδομάδα

Οι βιολέτες, όπως ανήσυχα,
διορατικά μυρίζουν
όταν κάτι δεν πάει καλά,
κάτι απογοητεύει πάλι.

Η Μεγάλη Εβδομάδα,
όπως στάζει κερί και τάμα
στη θρησκόληπτη ανάμνηση,
στην άθεη απουσία.

Η Κυριακή του Νυμφίου,
όπως αναστατώνει,
βασίζεις δεν βασίζεις το Μεγάλο
στις αφίξεις.

Οι διάφοροι Νυμφίοι,
που κάτι τους τυχαίνει και δεν έρχονται,
κάποια διήμερη εκδρομή,
κάποια ευκολότερη θρησκεία
που την ασπάζονται.

Οι πολλαπλασιασμένοι κήποι της Γεθσημανή
σε κάθε βήμα,
δπως κατασταλάζεις για το έθιμο,
έχουν δεν έχουνε ανθίσει οι απορίες.

Οι Πατέρες μας, γέροι στο σπίτι,
περιμένουν αυγά και τσουρέκι.

Οι πολλαπλασιασμένοι κήποι της Γεθσημανή,
τα περιστύλια της υπομονής,
τα παγκάκια να κάτσεις να περιμένεις
τον ετήσιο Ιούδα,
πού αργεί να ‘ρθεί
από το ράφτη, απ’ τον κουρέα.
Το μεγάλο ποσόν που του δίνεις
για να δεχθεί να σε προδίνει ανεξήγητα.

Της καμπάνας η Μεγάλη εξάντληση
κι η άπαρηγορία,
ο νηστικός της ήχος
όπως λιποθυμάει
στα εαρινά αρμόνια
των καθολικών απογευμάτων.

Οι αργίες,
οι αργοπορίες,
οι αγριότητες,
όπως τις πάμε ως επάνω μόνοι μας.

Ο Σίμων, που στο τέλος αδιαφόρησε
κι έφτιαξε τη ζωή του.

Η Μυροφόρος έλλειψις,
που θα σε ψάχνει απόψε να σε ράνει.

Η Προηγιασμένη των διαφόρων θρήνων
τη Μεγάλη Εβδομάδα
και τις διάφορες άλλες εβδομάδες τα ίδια.

Η Αγία Επανάληψη,
η θαυματουργή,
η άχειροποίητος,
όπως τη βρήκανε ανυπόγραφη τα πράγματα,
θαμμένη
σε κάποια παλαιότητα της μοίρας μας,
σε κάποιο προγονό μας μέλλον.
Όπως την πιστεύω.

Συλλογή: «Το λίγο του κόσμου» – εκδ. Ίκαρος

«Μεγάλη Πέμπτη» Υπαίθριος καιρός. Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο. Φορτωμένες. Ο καρπός εισακούστηκε το παρελθέτω όχι.

Δεν θα εισπράξουν ούτε φέτος πατέρες οι λιποψυχίες μας. Ατελής η ελαιογραφία. Να ξαναδοκιμάσω. Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο.

Τα αργύρια φύλλα τους εποφθαλμιά η αστραφτερή τού τοπίου αγνότητα. Φύσει καταδότρια η αθωότης. Αυτή δεν μας παρέδωσε για ελάχιστα ανεκπλήρωτα αργύρια στην απώλειά της; Να τονίσω λίγο Φαρισαίον απέναντι. Τη θάλασσα.

 Συλλογή: «Ήχος Απομακρύνσεων» –  εκδ. Ίκαρος

«Μεγάλη Πέμπτη» Γοερά το βλέπω ετοιμάζεσαι για την Ανάστασή σου. Την πιστεύω αλλά με θλίβει όπως μάς θλίβουν γοερά και κάτι άλλα θαύματα που επαληθεύτηκαν αλλόκοτα: με το μη μένοντας κοντά μας όπως μη μένοντας από μεθαύριο Εσύ.

Να αναστηθείς βεβαίως ποιος νεκρός δεν το θέλει ποιος υποψήφιος. Αλλά να έμενες κάτω, εδώ να μένεις ο πλησίον μας. Όσα μας έταξες το είδες δε γίνονται εκεί πάνω εν μέσω πολυάσχολων ιλίγγων και στροβιλισμών της Αναλήψεώς σου. Θέλουνε γη αυτά τα πράγματα πετρώδη ακανθόσπαρτη γι’ αυτό και την διεξήλθες τόσον αιματηρά ίνα άρεις –Συ είπας– όσα χάσαμε επ’ αυτής.

Δε γίνεται τουλάχιστον να μένεις μία βδομάδα εδώ και μιά στο πατρικό σου; Θαύμα μεγάλο είσαι πια μπορείς να επιβληθείς στη διανομή σου. Πώς πηγαινοέρχονται καθημερινά από εδώ εκεί από κει εδώ η ζωή και ο θάνατος. Όχι μη μου μιλάς για τις αόρατες συνεχείς εκείνες παρουσίες. Είδαμε σε τι μαρτύριο ψαύσεως τυφλής μάς υπέβαλαν. Μεγάλωσα όχι θέλω ξεκάθαρους πια ορατούς λογαριασμούς ή σε αγγίζω Ιησού ή Ανασταίνεσαι δια παντός από κοντά μου.

Συλλογή: «Χλόη θερμοκηπίου» –  εκδ. Ίκαρος

«Συμβουλές της Μεγάλης Παρασκευής» Αδρανείς. Σε παρασύρει η φωτογραφία σου ότι το έχεις δίπορτο όποτε θέλεις είσαι τάχα εδώ κι όποτε θες κατέρχεσαι.

Σ’ εξαπατούν επίσης τα φουσκωμένα λόγια της ανοίξεως δήθεν ότι τα άνθη της συμπαρασύρουν σε ανάσταση κι άλλα εσταυρωμένα χώματα. Άκουσέ με, πάρε στα χέρια σου την κύλιση του λίθου.

Ας σπρώξει λίγο και το Μεγάλο Σάββατο γεροδεμένο είναι σήκωσε θεία κλοπή ασήκωτη και στα ουράνια μοναχό του την ανέβασε. Μόνο βιάσου γιατί όπου να ’ναι το θαύμα της διαψεύσεως τίθεται επί τάπητος ακάνθινο.

Συλλογή: «Χλόη θερμοκηπίου» – εκδ. Ίκαρος

«Μεγάλο Σάββατο» Ευχές κροτίδες και φιλήματα ανταλλάσσουν οι άγιες μέρες μεταξύ τους κι εγώ χτυπώ την πόρτα σου όχι για να εισέλθω μολονότι κατάλληλο είναι το σώμα που φορώ με προϋπηρεσία έντιμη μακρά έξωθεν του Νυμφώνος.

Βγες άφοβα. Όχι ανταπόκριση απόκριση ζητώ το φίλημα εκείνο που έριξες από το ύψος ευγενέστατης ευχής Καλή Ανάσταση και σφάχτηκε ο λαιμός με το γιακά μου ήταν από τα κέρματα που ρίχνουμε στο δίσκο τού εθίμου; ήταν στο τίμιο ξύλο μου αγκίδα περιγελαστική; ήταν μιά γενναιόδωρη έμπνευση πτωχής αδιαφορίας;

Σε ρωτώ γιατί δεν είδα ταμπελίτσα δεν είδα να αναγράφεται το μέγεθος και η σύνθεση της θέρμης ούτε και είδα τυπωμένη τη μάρκα των χειλιών σου πουθενά. Ανώνυμο τελείως λαθραίο δηλαδή το πώς

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 18 Απριλίου 2025

1983 στην Όλυμπο της Καρπάθου. Πάσχα διακοπές, Μ. Παρασκευή. Έχω πάει από νωρίς στην εκκλησία. Μαζεύεται ο κόσμος (ποιος κόσμος δηλ. μόνο γυναίκες και γέροντες. Tο πλείστον των ανδρών ναυτικοί γαρ). O ιερέας ψάλλει “ον παίδες ευλογείτε” και μια ουρά μαυροφορεμένων γυναικών με μαύρα μαντήλια στο κεφάλι, σχηματίζεται μπροστά στον στολισμένο επιτάφιο. H ουρά επεκτείνεται μέχρι την αυλή του ναού. Παράξενη σκηνή. Όταν ο ιερέας ψάλλει το “η ζωή εν τάφω”, η πρώτη γυναίκα βγάζει απ τον κόρφο της μια φωτογραφία και την τοποθετεί ψηλά πάνω στον επιτάφιο, λύνει το μαντήλι απ το κεφάλι και…. αρχίζει μέ έναν σπαρακτικό βουβό λυγμό, προφέροντας ένα όνομα, να “ξεμαλλιάζεται” μπροστά στον επιτάφιο. Δεν ξέρω πόσο κράτησε αυτή η σκηνή, αλλά ξέρω πως σε όλη την διάρκεια των εγκωμίων γινόταν το ίδιο πράγμα απ όλες της γυναίκες που στεκόταν στην ουρά. Βρήκαν την στιγμή του απόλυτου θρήνου για τον Θεάνθρωπο, να θρηνήσουν τους δικούς τους “χαμένους”. Ο πιο συγκλονιστικός Επιτάφιος που έχω ζήσει.

Από τον Μανόλη  Μπαρδάνη

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 18 Απριλίου 2025

Η δυνατή ομιλία μπορεί να εκλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο ανάλογα με τη χώρα και την κουλτούρα. Σε χώρες της Μεσογείου όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα, το να μιλάς δυνατά θεωρείται σχεδόν φυσικό. Είναι μια έκφραση ενθουσιασμού, κοινωνικότητας και πάθους, στοιχεία που ενσωματώνονται στο μεσογειακό ταμπεραμέντο. Αντίθετα, σε πιο συγκρατημένους λαούς, όπως στη Σουηδία ή στη Γερμανία, η δυνατή φωνή μπορεί να θεωρηθεί ασεβής ή ενοχλητική, κάτι που συνδέεται με την ανάγκη για προσωπικό χώρο και σιωπηρή επικοινωνία.

Εκτός από τις πολιτισμικές διαφορές, η δυνατή ομιλία πολλές φορές αντανακλά μια πιο εξωστρεφή ή διεκδικητική προσωπικότητα. Είναι ο τρόπος για να ακουστείς και να δηλώσεις την παρουσία σου, κυρίως σε καταστάσεις όπου θέλεις να κερδίσεις την προσοχή ή να επιβληθείς. Κάποιοι άνθρωποι χρησιμοποιούν τον δυναμικό τόνο της φωνής τους για να επισημάνουν τη συναισθηματική τους κατάσταση ή την ανάγκη τους για κοινωνική αλληλεπίδραση.

Αξιοσημείωτο είναι ότι για κάποιους ανθρώπους, οι οποίοι μπορεί να είναι πιο ντροπαλοί ή ανασφαλείς, η δυνατή ομιλία λειτουργεί ως μέσο κοινωνικοποίησης. Παρά την φαινομενική αυτοπεποίθηση που μπορεί να φαίνεται ότι αποπνέουν, αυτός ο τρόπος ομιλίας μπορεί να προκύπτει από μια εσωτερική ανάγκη να υπάρξουν μέσα σε μια ομάδα, να γίνουν αποδεκτοί ή απλά να τραβήξουν την προσοχή. Όπως λέει η ψυχολογία, το άτομο που μιλά δυνατά ενδέχεται να “φωνάζει” την ανάγκη του για αναγνώριση ή ακόμα και για αγάπη, κάτι που ενδέχεται να έχει τις ρίζες του σε παιδικές εμπειρίες έλλειψης προσοχής.

Δεν είναι λίγες οι φορές που η δυνατή ομιλία είναι απλώς θέμα οικογενειακής συνήθειας. Γονείς που μιλούν δυνατά και παιδιά που το μιμούνται χωρίς καμία κακή πρόθεση. Άλλες φορές, μπορεί να υπάρχει και ιατρικός παράγοντας. Ορισμένα άτομα με προβλήματα ακοής ή κακής αντίληψης της έντασης του ήχου μπορεί να μην αντιλαμβάνονται ότι μιλούν δυνατά. Σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι σημαντικό να μην κρίνουμε αυστηρά, καθώς το πρόβλημα μπορεί να μην είναι πάντα εμφανές ή άμεσα αντιληπτό.

Τελικά, το να μιλάς δυνατά δεν είναι ούτε καλό ούτε κακό. Η πραγματικότητα είναι ότι εξαρτάται από το πλαίσιο και την κατάλληλη προσαρμογή στην κάθε περίπτωση. Εάν η φωνή μας είναι υπερβολικά δυνατή, αυτό μπορεί να εκληφθεί ως επιθετικότητα ή αδιαφορία για τους άλλους, κλείνοντας πόρτες σε φιλίες, επαγγελματικές ή ακόμα και ρομαντικές σχέσεις

Από

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 13 Απριλίου 2025

Απόσπααμα…

“Μια γυναίκα κοντή ήταν. Κοντή κι άσχημη με ένα κουσούρι που δεν μπορούσε να το κρύψει.
Αυτό το κουσούρι ήταν η αιτία να κλειστεί στον εαυτό της. Δεν είχε πολλά πολλά με τους χωριανούς της.
Κλεισμένη στον εαυτό της και στο σπίτι της. Ο άνθρωπος όμως έχει ανάγκη να μιλάει, να λέει και καμιά κουβέντα. Εκείνη τίποτα..
Δεν σας έχω ανάγκη τους έλεγε κι αλήθεια ήταν.
Ποτέ δεν ζήτησε κάτι από κανέναν. Ζούσε μ ένα κομμάτι ψωμί και μια χούφτα ελιές. Αδύνατη, κακοτερένια μ ένα γρήγορο περπάτημα να μιλάει μόνη της και να κουνάει τον δείχτη του χεριού της σα να φοβερίζει κάποιον.
Φορούσε πάντα ένα μεγάλο μαντήλι στο κεφάλι να κρύβει το κουσούρι της μα κείνο δεν κρυβόταν με τίποτα..
Την μέρα δεν έβγαινε απ’ το σπίτι. Μόνο σαν έπεφτε το σκοτάδι έπαιρνε τους δρόμους μιλώντας μόνη της και κουνώντας τον δείχτη. Μάγισσα την λέγανε τα μικρά παιδιά και δεν είχαν κι άδικο. Έτσι έμοιαζε. Σαν μάγισσα.
Κάτι τα νυχτοπερπατήματα, κάτι οι κουβέντες που’ κανε μόνη της, κάτι το παρουσιαστικό της, της ταίριαζε μια χαρά το μάγισσα.
Στην τσέπη της πάντα βαστούσε μια τράπουλα.
Τα χαρτιά έριχνε κι ερχόταν από μακριά να τους τα πει.
Την τράπουλα όμως την είχε μόνιμα στην τσέπη της κι ο λόγος ήταν πως αν σε συναντούσε και σε συμπαθούσε, πράγμα σπάνιο δεν ήθελε ούτε τ άντερά της. Σου έπιανε την κουβέντα, σε τράβαγε παράμερα και σου’ ριχνε τα χαρτιά.
Και να δεις που βγαίναν τ’ άτιμα. Κι είχε απλωθεί η φήμη της στα γύρω χωριά κι όχι μόνο. Αν δεν έριχνε τα χαρτιά θα σου’λεγε τον καφέ. Κι ήταν πολλές που τρέχανε και για τα δύο.
Κάποιες φορές πηγαίνανε και οι άντρες κι είχαν να λένε πως όλα τους τα βρήκε το παρασάνταλο.
Έτσι την ξέρανε. Παρασάνταλο. Μα ψυχή είχε και κείνη. Ποιος όμως νοιάστηκε για τούτο; Σχεδόν κανείς.
Μα κι αν κάποιος θέλησε να της δείξει λίγη συμπόνια, με τις πέτρες τον κυνηγούσε. Τα παιδιά μόλις την βλέπανε τρέχανε να κρυφτούνε. Ο θεός όμως όταν φτιάνει έναν τέτοιο άνθρωπο, φτιάνει και το ταίρι του.
Έτσι της έστειλε κάποιον να την δεχτεί όπως ήταν αρκεί να του έπλενε δυο σκουτιά και να’ βρισκε ένα πιάτο φαΐ σαν γύρναγε απ’ την δουλειά. Δουλευταράς πολύ ήταν ο γαμπρός κι ήθελε μόνο αυτό. Δεν τον ένοιαζε αν ήταν άσχημη.
Αν σβήσεις την λάμπα έλεγε όλες το ίδιο είναι. Σάμπως και γω; Τι;
Όμορφος είμαι; Και σμίξαν τα κουσούρια τους και παντρεύτηκαν.
Τον πρώτο καιρό το παρασάνταλο έκανε προσπάθειες να κρατήσει το γάμο αλλά το χούι δεν κόβεται. Αυτός δεν ήθελε να λέει τα χαρτιά, ούτε τον καφέ. Δεν τα πίστευε αυτά και δεν ήθελε η γυναίκα του να ασχολείται.
Μα η καψερή δεν το μπόρεσε τούτο κι αρχίσαν τα προβλήματα ώσπου χωρίσανε τα τσανάκια τους. Έφυγε κείνη απ’ το σπίτι της. Δικό της ήταν κι έμεινε κείνος αφέντης και στην περιουσία της.
Και το παρασάνταλο άφαντο. Κανείς δεν το είδε πουθενά.
Κάποιοι είπαν πως τάχτηκε σε μοναστήρι. Κάποιοι άλλοι πως τρελάθηκε και μπήκε σε ίδρυμα.
Μα ψέματα ήταν και τα δυο. Κομπόδεμα γερό είχε απ’ τα χαρτιά και τον καφέ το πήρε κι έφυγε σε άλλη πόλη πολύ μακριά απ’ το χωριό να κάνει εκεί τα μαγιολίκια της.
Έκανε πολλούς παράδες μα πάντα μόνη ήταν. Μεγάλωσε, γέρασε κι ήρθε στο χωριό ξανά. Είχε φύγει απ’ την ζωή ο δουλευταράς και γύρισε στο κονάκι της γριά πια.
Μόνο που τούτη τη φορά δεν απόπαιρνε τον κόσμο, δεν κυνηγούσε τα παιδιά και δεν έριχνε πια τα χαρτιά. Τον τόπο της ήθελε η καημένη. Τον τόπο της και το φτωχικό της. Να αφήσει την ψυχή της εκεί στη γωνιά με τις στάχτες που τις ανακάτευε τα βράδια μόνη της και μιλούσε με την μοναξιά της και της κουνούσε τον δείχτη του χεριού.
Ν’ αφήσει την ψυχή της στην κούρνια της. Όπου κι αν πήγε την φωλιά της ήθελε σαν πουλί κυνηγημένο ήταν η έρμη.
Τις στάχτες κουβάλαγε ο νους της κι αυτές ονειρευότανε και κείνο το σκαλί που το πότιζε με τα δάκρυά της σαν έβγαινε το φεγγάρι.
Κι έτσι την βρήκαν μια μέρα.
Είχε γείρει στην γωνιά που άναβε την φωτιά. Είχε γείρει κι άφησε την τελευταία ανάσα η ψυχούλα εκεί. Βρήκαν τις στάχτες υγρές απ’ τα στερνά της δάκρυα κι ένα φάκελο στο χέρι της. Σε κείνο το χέρι που κούναγε το δείχτη.
Μα τούτη την φορά δεν φοβέριζε.
Τούτη την φορά έδειχνε ένα πολύ μεγάλο χρηματικό ποσό που το άφηνε στα παιδιά του χωριού. Να σπουδάσουν λέει εκείνα που είχαν θέληση για γράμματα. Το κομπόδεμά της ήταν.
Να την θυμάται και κείνη κάποιος και να την συγχωρέσουν που τρόμαζε και κυνηγούσε τα παιδιά κάποτε..
Ετούτα έγραφε το γράμμα κι είχε υπογραφή το παρασάνταλο.
Σάμπως ξέρανε και τ όνομά της. Μ’ αυτό την φώναζαν.
Σάμπως το θυμόταν κι αυτή;

Ελευθερία Λάππα “Ομφαλός της γη

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 13 Απριλίου 2025

Αρκετοί άνθρωποι είναι εξοικειωμένοι με τον όρο FOMO, ή αλλιώς « ο φόβος του να χάσεις κάτι». Το JOMO λοιπόν, είναι το αντίθετο από αυτό – σημαίνει τη «χαρά του να χάνεις κάτι». Η νοοτροπία αυτής της τάσης αφορά την προστασία της ηρεμίας μας και την απόλαυση των προσωπικών στιγμών, και έρχεται σε αντίθεση με το να είμαστε συνεχώς απασχολημένοι και να νιώθουμε την ανάγκη να τηρούμε ένα αυστηρό πρόγραμμα.

Σε αντίθεση με το FOMO, το JOMO αφορά την επαναξιολόγηση του τι μας φέρνει ευτυχία και την εκτίμηση του τι είναι πραγματικά σημαντικό για μας. Εστιάζει στο να είμαστε παρόντες και ελεύθεροι, χωρίς να νιώθουμε ότι πρέπει να είμαστε παντού και να κάνουμε πολλά, απλά για να τα διαγράψουμε από τη λίστα μας.

Για τους ταξιδιώτες, το JOMO σημαίνει να δώσουμε στον εαυτό μας άδεια να εγκαταλείψουμε το γεμάτο πρόγραμμα και να ζήσουμε έναν προορισμό με πιο ανέμελο τρόπο. Πρόκειται για το να επιλέξουμε να περάσουμε μια επιπλέον ώρα σε εκείνο το τοπικό καφέ, αντί να βιαστούμε να πάμε στο επόμενο αξιοθέατο.

Πλέον, οι ταξιδιώτες επιλέγουν εμπειρίες με πιο αργούς ρυθμούς που τους επιτρέπουν να απολαύσουν ήρεμες στιγμές και δραστηριότητες χωρίς άγχη — δίνοντάς τους ένα απαραίτητο διάλειμμα από τη φασαρία και το μόνιμο προγραμματισμό της καθημερινής ζωής.

Το JOMO έχει υιοθετηθεί από τόσους πολλούς ανθρώπους επειδή αφαιρεί την πίεση του να κάνουμε όσο το δυνατόν περισσότερα πράγματα και μας υπενθυμίζει να εκτιμάμε απλώς το μέρος που βρισκόμαστε.

Μερικά από τα οφέλη του:

  • Βαθύτερη σύνδεση με τους προορισμούς που επισκεπτόμαστε και καλύτερη αίσθηση της τοπικής κοινότητας
  • Αισθανόμαστε λιγότερο εξαντλημένοι
  • Απολαμβάνουμε πραγματικά τα ταξίδια αντί να βιαζόμαστε να τα δούμε όλα
  • Ενισχύει τον αυθορμητισμό
  • Βιώνουμε πιο αυθεντικές εμπειρίες και έχουμε τη δυνατότητα να επικοινωνούμε με τους ντόπιους
  • Πιστεύεται επίσης ότι μας επιτρέπει να ξοδεύουν λιγότερα χρήματα, καθώς δεν προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν τις δραστηριότητές μας καθημερινά

Μια πρόσφατη έρευνα μάλιστα από ταξιδιωτικά sites έδειξε ότι το 62% των ταξιδιωτών που συμμετείχαν στην έρευνα πιστεύουν ότι το ταξίδι JOMO μειώνει το άγχος και την ανησυχία, ενώ το 47% δήλωσε ότι ενισχύει τον ποιοτικό χρόνο με τους αγαπημένους τους.

Η υιοθέτηση του JOMO σημαίνει να απελευθερωθούμε επίσης από την ανάγκη να καταγράφουμε τα πάντα για να τα δημοσιεύσουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιτρέποντας στον εαυτό μας να είμαστε πλήρως παρόντες στο μέρος που βρισκόμαστε.

Γιάννα Ανδρεαδάκη στις 12 Απριλίου 2025

Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Ναγκόγια στην Ιαπωνία ανέδειξαν πρόσφατα μια τεχνική τόσο απλή όσο και αποτελεσματική που κατευνάζει τις αρνητικές μας συναισθηματικές καταστάσεις και αυτή είναι να γράφουμε ό,τι μας εκνευρίζει… και μετά να πετάμε το χαρτί.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης τους, που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Scientific Reports, αυτή η τεχνική θα μπορούσε να βοηθήσει να επανέλθουμε σε συναισθηματική ισορροπία μέσα σε λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Είναι σαν να αποβάλουμε όλη την συναισθηματική ένταση και τον ψυχικό φόρτο και να απελευθερωνόμαστε.

Ποιος θα το πίστευε ότι ένα απλό κομμάτι χαρτί θα μπορούσε να μας βοηθήσει να διαχειριστούμε καλύτερα τον θυμό μας; Κι όμως, για ακόμη μια φορά οι απλές συνήθειες μπορούν να κάνουν τη διαφορά.

Οι ερευνητές πραγματοποίησαν ένα πείραμα σε 57 φοιτητές, για να καταλάβουν πώς η εξωτερική έκφραση των συναισθημάτων μας μπορεί να μας βοηθήσει να τα διαχειριστούμε. Έδωσαν στους φοιτητές κάποια ευαίσθητα θέματα για να γράψουν τις απόψεις τους για αυτά και μετά τους είπαν ότι κάποιος θα τους κρίνει αυστηρά.

Διαβάζοντας τα σχόλια του ανθρώπου που τους αξιολόγησε, το αίσθημα του θυμού αυξήθηκε σε όλους. Όμως, εκείνοι που έγραψαν τον θυμό τους σε ένα χαρτί και μετά το πέταξαν ή το σκίσανε, ένιωσαν πολύ καλύτερα και ο θυμός τους μειώθηκε σχεδόν αμέσως.

Αυτό δείχνει ότι η απλή πράξη της καταγραφής των συναισθημάτων μας και της αποβολής τους (όπως το να πετάξουμε το χαρτί) μπορεί να μας βοηθήσει να νιώσουμε ανακούφιση και να διαχειριστούμε καλύτερα τον θυμό μας.

Η μελέτη βασίζεται σε ψυχολογικές αρχές που είναι καλά γνωστές:

  • Η εξωτερίκευση των συναισθημάτων: Η συγγραφή των αρνητικών σκέψεων βοηθά να τις κατανοήσουμε καλύτερα και να τις εκφράσουμε.
  • Η φυσική πράξη της απόρριψης: Το να πετάξεις ή να σκίσεις ένα χαρτί υλοποιεί την αποβολή αυτών των συναισθημάτων, προσφέροντας ένα αίσθημα άμεσης ανακούφισης.
  • Μια γρήγορη και συγκεκριμένη ενέργεια: Σε αντίθεση με τις κλασικές μεθόδους διαχείρισης του θυμού, αυτή δεν απαιτεί καμία ιδιαίτερη προσπάθεια ή εκπαίδευση.

Ο Nobuyuki Kawai, επικεφαλής ερευνητής της μελέτης, δήλωσε μάλιστα έκπληκτος από την αποτελεσματικότητα της τεχνική επισημαίνοντας ότι περίμεναν τη μείωση του θυμού, αλλά όχι και την σχεδόν πλήρη εξάλειψη των αρνητικών συναισθημάτων.

Μια τεχνική που έχει ήδη υιοθετηθεί από επιχειρήσεις και γονείς

Με βάση αυτά τα αποτελέσματα, οι ερευνητές ελπίζουν ότι αυτή η μέθοδος θα επεκταθεί στον επαγγελματικό κόσμο. Στις επιχειρήσεις, όπου το άγχος και η απογοήτευση είναι πανταχού παρόντα, το να γράψει κανείς τον θυμό του πριν τον πετάξει, θα μπορούσε να γίνει ένα απλό αλλά αποτελεσματικό τελετουργικό για την αποφυγή των εντάσεων.

Αυτή η τεχνική είναι ήδη γνωστή στους γονείς: δίνοντας ένα χαρτί σε ένα θυμωμένο παιδί και καλώντας το να το σκίσει, θα μπορούσε να μειώσει γρήγορα το θυμό και τον εκνευρισμό του. Ο ήχος του σκισμένου χαρτιού λειτουργεί ως εκτόνωση, ενώ η πράξη του να το πετάξει το βοηθά να γυρίσει σελίδα πιο εύκολα.

Άρα, την επόμενη φορά που θα νιώσετε την πίεση σας να ανεβαίνει, δεν χρειάζεται να φωνάξετε ή να χτυπήσετε σε ένα μαξιλάρι: πάρτε ένα χαρτί και ένα στυλό, γράψτε ό,τι σας ενοχλεί… και πετάξτε το.

Πηγή vita