Είδα να περνάνε από μπροστά μου
χιλιάδες κύματα μέρα και νύχτα,
αλμύρα και βοριάς στα όνειρά μου
κι η μοίρα να μου λέει καληνύχτα.

Έφτασα μαζί με τη σημαία μου,
γόνιμο έδαφος ποτέ δεν βρήκα,
τη φύλαξα κι αυτή με τα ωραία μου,
η πίκρα όταν ανθίζει φέρνει γλύκα.

Παμ παρα παρα παμ παμ
κι ο κόσμος όμορφα γυρνά
παμ παρα παρα παμ παμ
παραπατάμ παραπατά
ξανά.

Κάπου, κάπως, κάποτε περίμενα
να βρω κι εγώ μια δανεική πατρίδα,
με μια κεραία στα σύννεφα ξεθύμαινα,
πορεία μου η ατέρμονη πυξίδα.

Πείτε πως δεν μ’ είδατε ποτέ,
φάντασμα πως ήμουν μες στη νύχτα,
άντε αόρατέ μου εαυτέ
ήσυχα να πούμε καληνύχτα.