Κοιμήθηκα στις φυλακές και σε μεγάλα ξενοδοχεία. Γνώρισα την πείνα και την απεργία πείνας και δεν υπάρχει ούτε ένα πιάτο που να μην έχω δοκιμάσει. Στα τριάντα μου θέλησαν να με κρεμάσουν, στα σαρανταοκτώ μου θέλησαν το βραβείο Ειρήνης να μου δώσουν, στα τριανταέξι μου για μισό χρόνο μπόρεσα να διανύσω μόνο τέσσερα τετραγωνικά τσιμέντο.
Στα πενηνταεννιά μου πέταξα απ΄ την Πράγα στην Αβάνα για δεκαοκτώ ώρες. Δε γνώρισα τον Λένιν, μα ήμουν τιμητική φρουρά στο φέρετρό του το 1924 και το 1961 η επίσκεψή μου στο Μαυσωλείο πέρασε στα βιβλία. Από το κόμμα μου να μ΄ αποκόψουνε προσπάθησαν αλλά απέτυχαν κι ούτε καταπλακώθηκα από τα πεσμένα είδωλα.
Το 1951 στη θάλασσα μ΄ ένα νεαρό σύντροφο περπάτησα πάνω στο θάνατο. Το 1952 με την καρδιά μου διαλυμένη περίμενα το θάνατο για τέσσερις μήνες. Ζήλεψα τρελά τις γυναίκες που αγάπησα απάτησα τις γυναίκες μου αλλά άσχημα ποτέ δε μίλησα για τους φίλους μου πισώπλατα.
Ήπια, αλλά δεν είμαι πότης. Είχα τύχη, κέρδιζα πάντα το ψωμί με τον ιδρώτα μου. Ντρέπομαι που είπα ψέματα, ήταν για χάρη άλλων, μη πονέσουν, αλλά και χωρίς λόγο, έτσι. Ανέβηκα σε τρένο, αεροπλάνο κι αυτοκίνητο.
Έχω πάει στην όπερα, οι περισσότεροι να πάνε δεν μπορούσαν, ούτε καν ήξεραν πως υπάρχει. Αλλά απ΄ το 1921 δεν πάω σε πολλά μέρη όπου πηγαίνουν οι πολλοί, στο τζαμί, στην εκκλησιά, στη χάβρα, στο ναό, καμμιά φορά όμως μ΄ αρέσει να μου λένε τον καφέ.
Τα βιβλία μου έχουν βγει σε τριάντα ή σαράντα γλώσσες μα είμαι απαγορευμένος στην Τουρκία, στη γλώσσα μου. Μέχρι τώρα καρκίνο δεν είχα, όμως δε συμφωνήσαμε να τον γλυτώσω. Πρωθυπουργός ποτέ μου δε θα γίνω ή κάτι τέτοιο ούτε και θα θελα να γίνω. Στον πόλεμο ποτέ δεν πήγα ούτε σε καταφύγια να κατέβω έτυχε μες τη μαύρη νύχτα ή να τρέχω στους δρόμους κάτω από τ΄ αεροπλάνα. Αλλά ερωτεύτηκα κοντά στα εξήντα.
Με λίγα λόγια, σύντροφοι, σήμερα στο Βερολίνο αν και πεθαίνω από νοσταλγία μπορώ να πω πως έζησα σαν άνθρωπος. Αλλά τα χρόνια που μου μένουνε να ζήσω και κείνα που μπορεί να μου συμβούν ποιος να τα ξέρει;
Ναζίμ Χικμέτ – Αυτοβιογραφία, Ποιήματα